Το 1998, ο τότε πρόεδρος της Βραζιλίας Ενρίκε Γκαρντόζο δήλωνε ότι στόχος του ήταν να τριπλασιαστεί η έκταση του Αμαζονίου που θα αποψιλωθεί για να χρησιμοποιηθεί για καλλιέργειες και κτηνοτροφία.
Εκείνη την εποχή η Βραζιλία έχανε περίπου 20.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους το χρόνο.
Στα επόμενα 15 χρόνια, περιβαντολόγοι επιχειρηματίες και αυτόνομες επιδόθηκαν σε μια άνευ προηγουμένη μάχη για τις εκτάσεις του Αμαζονίου και το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν προστατευόμενες περιοχές όπου εκεί δεν θα μπορούσαν να κοπούν τα δέντρα. Οι περιοχές αυτές που είναι πλέον γνωστές ως ARPA (Amazon Region Protected Areas) χρηματοδοτούνται και πρόσφατα ψηφίστηκε νόμος που επεκτείνει την χρηματοδότησή τους για 25 ακόμη χρόνια.
Αποτέλεσμα; Σήμερα η Βραζιλία χάνει 6.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους τον χρόνο γεγονός που αναλογικά με το 1998 δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί ως θετικό.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ το 2000 χάνονταν 52.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους το χρόνο έκταση τεράστια μεν αλλά μικρότερη σχεδόν κατά 20.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε σχέση με ο 1990. Οι τελευταίες ενδείξεις που βασίζονται σε χιλιάδες παρατηρήσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αποψίλωση των δασών παγκοσμίως μειώνεται σταθερά την τελευταία δεκαετία.
Αυτή όμως η μείωση μετράται στο σύνολο, καθώς σε κάποιες χώρες η αποψίλωση συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς ενώ κάποιες άλλες χώρες έχουν αρχίσει εδώ και χρόνια να αναπληρώνουν τα χαμένα δάση των περασμένων δεκαετιών.
Το Κογκό για παράδειγμα χάνει αρκετές χιλιάδες στρέμματα δασών ετησίως ενώ το Μεξικό βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε μια ισορροπία απώλειας κα ανάκτησης δασών. Αντίθετα οι δασικές εκτάσεις αυξάνονται στην Κόστα Ρίκα που ακολουθεί ένα πρόγραμμα αναδάσωσης που βασίζεται στην αυστηρή νομοθεσία.
Το παγκόσμιο ινστιτούτο φυσικών πόρων (WRI) υποστηρίζει ότι αυτή η μείωση οφείλεται στην σταθεροποίηση του παγκόσμιου πληθυσμού και στην αποδοτικότερη γεωργία που σημαίνει ότι οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις είναι αρκετές για την παραγωγή αρκετών τροφίμων. Η Βραζιλία και η Ινδία είναι ένα καλό παράδειγμα καθώς και οι δύο χώρες έχουν εντυπωσιακά αποτελέσματα στην αγροτική παραγωγή και ο πληθυσμός τους αυξάνεται με μικρούς ρυθμούς.
Ωστόσο αν δούμε την Ινδονησία της οποίας ο πληθυσμός έχει μειωθεί και ταυτόχρονα η αγροτική παραγωγή έχει εκτιναχθεί στα ύψη, το συμπέρασμα του WRI μάλλον δεν ευσταθεί, που σημαίνει ότι υπάρχει κάτι περισσότερο από το δημογραφικό και την αγροτική παραγωγή που επιδρά στην μείωση της αποψίλωσης των δασών .
Η Ινδία έχει θεσπίσει αυστηρή νομοθεσία για την αναδάσωση και το ένα τρίτο των δασών της ελέγχονται και διαχειρίζονται από τις τοπικές κοινωνίες, στη Βραζιλία το 44% του Αμαζονίου είναι προστατευόμενη περιοχή όπως επίσης και τα μισά δάση της Κόστα Ρίκα. Αυτό σημαίνει ότι εκτός από το δημογραφικό και την αγροτική παραγωγή χρειάζεται και η πολιτική βούληση με αυστηρούς κανόνες που θα προστατεύουν τα δάση.
Οι ειδικοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δύο είναι οι παράγοντες που έχουν βοηθήσει να υπάρχει αντίστροφη πορεία στην μέχρι τώρα αποψίλωση των δασών . Η υψηλή τεχνολογία που βοηθά πλέον με την χρήση δορυφόρων να επιτηρούνται καλύτερα οι δασικές περιοχές και ο εκδημοκρατισμός.
Το δεύτερο στοιχείο εξηγεί μάλιστα καλύτερα γιατί οι χώρες που έχουν μεγαλύτερη περίοδο δημοκρατίας έχουν και περισσότερα δάση. Τα αυταρχικά καθεστώτα έχουν αποδειχθεί πιο ευάλωτα στις πιέσεις για αποψίλωση των δασών . Όπως λέει στον Economist o Φράνσις Σέιμουρ, εμπειρογνώμονας στο Κέντρο Διεθνούς Ανάπτυξης, στη Βραζιλία όπου ο εκδημοκρατισμός άρχισε νωρίτερα σε σχέση με την Ινδονησία παρατηρούμε μια σημαντική μείωση στην απώλεια δασών,. Αντίθετα στην Ινδονησία παρά το γεγονός ότι το δημογραφικό και η αγροτική παραγωγή εξελίσσονται θετικά, η δημοκρατία είναι πολύ πρόσφατη. Η χώρα έχει μόλις τον δεύτερο δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρό της και η πρώτος νόμος για την προστασία των δασών ψηφίστηκε μόλις το 2011.
Η σύνδεση του εκδημοκρατισμού των χωρών με την σωτηρία των δασών από μόνη της είναι δίνει ελπίδα για το μέλλον ισχυρίζεται ο Σέιμουρ.
Πριν από 15 χρόνια η μετατροπή των τροπικών δασών σε καλλιεργήσιμή γη ή σε βοσκοτόπια συνέβαλε με ποσοστό 25% στην έκκληση αερίων του θερμοκηπίου. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει πέσει στο 12%. Σε ένα κόσμο που βρίθει από κακές ειδήσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον, η κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα δάση παγκοσμίως είναι μία από τις εξαιρέσεις .
Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 14-9-2014