Η αποδοχή από τις δυτικές δυνάμεις του αμερικανορωσικού σχεδίου για καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας, βρίσκεται στην φάση του καθορισμού των λεπτομερειών, με τις δυτικές δυνάμεις και της Ρωσία να διαφωνούν ως προς τη ρήτρα. Δηλαδή για το αν θα προβλέπεται στρατιωτική επέμβαση στην περίπτωση που η Συρία δεν ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της.
Αυτή την εβδομάδα οι επιθεωρητές του ΟΗΕ παρέδωσαν στον γενικό γραμματέα Μπαν Κι Μουν την έκθεσή τους για την επίθεση της 21ης Αυγούστου στην περιοχή Γκούτα που είχε σαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 1400 άμαχοι.
Οι επιθεωρητές αναφέρουν ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τη χρήση του νευροπαραλυτικού σαρίν εκτιμώντας ότι οι ρουκέτες εκτοξεύτηκαν από την πλευρά που βρισκόταν ο κυβερνητικός στρατός. Πάντως οι επιθεωρητές απέφυγαν να αποδώσουν την επίθεση σε μία από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.
Ακολούθησε η ρωσική πλευρά, η οποία δήλωσε ότι έχει στα χέρια της στοιχεία που δείχνουν ότι η επίθεση έγινε από τους αντικαθεστωτικούς και τα οποία σύντομα θα παρουσιάσει στον ΟΗΕ.
Στα πλαίσια αυτής της διπλωματικής διελκυστίνδας η Συρία δια στόματος του Μασάρ Άσαντ, δηλώνει έτοιμη να παραδώσει στοιχεία και να ανοίξει τη χώρα στους διεθνείς παρατηρητές άμεσα τονίζοντας όμως ότι θα χρειαστεί ένας χρόνος τουλάχιστον για να συγκεντρωθούν και να καταστραφούν τα χημικά και η όλη διαδικασία θα έχει κόστος περίπου ένα δισεκατομμύριο δολάρια.
Το σημαντικό στοιχείο που προκύπτει ωστόσο από αυτή τη διαπραγμάτευση είναι ότι ο Άσαντ βγαίνει ενδυναμωμένος. Αναγνωρίζεται ντε φακτο ως ο νόμιμος ηγέτης της χώρας και επίσημος συνομιλητής της Δύσης. Το γεγονός αυτό του δίνει χρόνο να εντείνει τις προσπάθειές του στα πολεμικά μέτωπα εναντίων των ανταρτών που είναι πλέον διχασμένοι, με αναφορές για μίνι εμφύλιο στις τάξεις τους.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις ο αριθμός των ανταρτών ανέρχεται σε 100.000 διασπασμένους σε περισσότερες από 10 ομάδες και τουλάχιστον οι μισοί από αυτούς είναι ακραίοι ισλαμιστές.
Τα πέντε στρατιωτικά συμβούλιο του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) συγκρούονται το τελευταίο διάστημα με μαχητές της Αλ Νούσλα και του Ισλαμικού κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε , οργανώσεις που συνδέονται με την Αλ Κάιντα και που συχνά συγκρούονται και μεταξύ τους.
Αλλά οι συγκρούσεις της τελευταίας εβδομάδας ισλαμικών ομάδων με τον FSA – που ξεκίνησαν μετά το κάλεσμα του ηγέτης της Αλ Κάιντα Αιμάν Αλ Ζαουάχρι να μην συνεργάζονται με τον FSA – ισοδυναμούν με την κήρυξη ανοιχτού πολέμου κατά του FSA εκτιμούν στρατιωτικοί αναλυτές. .
Ο Ελεύθερος Συριακός στρατός ισχυρίζεται ότι δεν έχει συνεργαστεί ποτέ με ομάδες προσκείμενες στην Αλ Κάιντα εναντίων του κυβερνητικού στρατού και αποφεύγει τις συγκρούσεις μαζί τους πιστός στο δόγμα ότι «πρώτα πρέπει να φύγει ο Άσαντ» .
Την προηγούμενη εβδομάδα ο Μάικ Ρότζετς , πρόεδρος της Επιτροπής της Αμερικανικής Βουλής για θέματα μυστικών πληροφοριών αποκάλυψε ότι στην ανατολική Συρία έχουν συγκεντρωθεί 10.000 τζιχαντιστές και ότι οι ΗΠΑ γνώριζαν πως η Αλ Κάιντα βρίσκεται στη Συρία και πως οι ηγέτες της βλέπουν τη συνοριακή ζώνη με το Ιράκ ως ασφαλή παράδεισο.
Ο Ρότζερς εκτίμησε ακόμη ότι ο FSA μετά την πτώση του Άσαντ θα στραφεί εναντίων των ισλαμιστών ή τουλάχιστον ότι αυτό θα επιδιώξει. Μιλώντας στην ιστοσελίδα dailybeast o Ρότζερς είπε ωστόσο ότι ο FSA έχει υποτιμήσει τις δυνάμεις των ισλαμιστών ενώ έχει ενημερώσει και την αμερικανική κυβέρνηση ότι οι εξτρεμιστές κερδίζουν διαρκώς έδαφος λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «αν δεν δράσουμε τώρα ο επόμενος πόλεμος με την Αλ Κάιντα, δεν θα έχει καλά αποτελέσματα…»
Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 22-9-2013