Οι αγώνες της πρώτης φάσης των τελικών του Μουντιάλ τον επόμενο μήνα στη Νότιο Αφρική, περιλαμβάνουν και ένα ματς με ιδιαίτερους συμβολισμούς.
Στις 22 Ιουνίου η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει την Αργεντινή, το πιο πρόσφατο παράδειγμα χώρας που πτώχευσε. Στη χειρότερη περίπτωση, ο συμβολισμός του συγκριμένου ματς ερμηνεύεται ως: «η Αργεντινή συναντά το παρελθόν της και η Ελλάδα το μέλλον της». Δεν είναι λίγες άλλωστε το τελευταίο διάστημα οι αναφορές στο διεθνή τύπου που παρομοιάζουν τη χώρα μας με την Αργεντινή της προηγούμενης δεκαετίας, με τις Κασσάνδρες να προβλέπουν για την Ελλάδα αντίστοιχη κατάληξη.
Ακόμη και η πρόεδρος της Αργεντινής Κριστίνα Φερνάντες συνέκρινε την Ελλάδα με τη χώρα της, μιλώντας για ίδιες συνταγές που επιβλήθηκαν από διεθνείς οργανισμούς και προειδοποιώντας για κοινωνική έκρηξη.
Κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι η Ελλάδα ακολουθεί τον ίδιο δρόμο που οδήγησε την Αργεντινή σε πτώχευση πριν μια δεκαετία και ότι η χώρα μας θα αναγκαστεί αργά ή γρήγορα να εγκαταλείψει το ευρώ. Η μέχρι τώρα εμπειρία μας πάντως λέει ότι τα σενάρια των αναλυτών τα τελευταία χρόνια σπάνια επαληθεύονται. Το αν θα καταλήξει η Ελλάδα εκεί που κατέληξε η Αργεντινή μένει να το δούμε, ωστόσο θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο δρόμος που ακολουθεί η χώρα μας, έχει πολλά κοινά με τον δρόμο που οδήγησε την Αργεντινή στην πτώχευση.
Καταρχήν και οι δύο χώρες, η Ελλάδα σήμερα και η Αργεντινή τότε, λειτούργησαν με ένα ανελαστικό νόμισμα. Στην περίπτωση της Ελλάδας το ευρώ, με μια νομισματική πολιτική που καθορίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενώ στην περίπτωση της Αργεντινής το πέσο, το οποίο είχε σταθερή ισοτιμία με το δολάριο, με συνέπεια να είναι ευάλωτο στα σκαμπανεβάσματα της αμερικανικής οικονομίας.
Για μια δεκαετία και οι δύο χώρες είχαν φθηνό δανεισμό. Άφθονο χρήμα με χαμηλό επιτόκιο διοχετευόταν στην αγορά αυξάνοντας το οικονομικό επίπεδο των πολιτών αλλά ταυτόχρονα αυξάνοντας τα ελλείμματα και το χρέος.
Η διόγκωση του δημόσιου τομέα, η διαφθορά και η φοροδιαφυγή είναι επίσης κοινό χαρακτηριστικό των δύο οικονομικών.
Το χρέος της Αργεντινής ανήλθε στο 41% από 29% του ΑΕΠ από το 1993 μέχρι το 1998. Στην Ελλάδα, στη δεκαετία του 2000, το χρέος ανέβηκε από το 150 δισεκατομμύρια ευρώ στα 300 δισεκατομμύρια ευρώ. Το αστείο είναι ότι στην περίπτωση της Αργεντινής το ΔΝΤ την θεωρούσε οικονομία πρότυπο, ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας κανένας δεν κατάλαβε τον εκτροχιασμό των δημοσιονομικών μεγεθών της τόσα χρόνια.
Το φθηνό χρήμα που εισέρευσε στην Αργεντινή σταδιακά αποδεκάτισε τη βιομηχανία της καθώς τα βιομηχανικά προϊόντα της δεν ήταν πλέον ανταγωνιστικά σε σχέση με τα εισαγόμενα. Οι εξαγωγές δέχθηκαν πλήγμα καθώς το υψηλό κόστος παραγωγής έκανε τα προϊόντα της χώρας μη ανταγωνιστικά. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα υποτίθεται ότι είναι σήμερα ένα από τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας.
Και οι δύο χώρες δέχθηκαν ένα ισχυρό πρέσινγκ από τις αγορές. Το 1998 η Αργεντινή είχε φτάσει να δανείζεται με 10,5% πάνω από τα αμερικανικά επιτόκια. Σε αντίστοιχα επίπεδα έφτασαν τα σπρεντς στη χώρας μας λίγο πριν την ενεργοποίηση του πακέτου στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ.
Η Αργεντινή εξαντλημένη από την πίεση των αγορών καταφεύγει στο ΔΝΤ σε μια προσπάθεια να αποπληρώσει τις άμεσες υποχρεώσεις της. Το μόνο που κατάφερε όμως ήταν να αναβάλει για λίγο ακόμη το μοιραίο και παράλληλα να αυξήσει περισσότερο το χρέος της.
Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι της Αργεντινής προσπάθησαν απελπισμένα να περιορίσουν την κρίση. Μείωσαν τις δαπάνες και περιόρισαν τις αναλήψεις από τις τράπεζες προκειμένου να αποτρέψουν τη φυγή κεφαλαίων και να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των αγορών αλλά ματαίως. Το αποτέλεσμα ήταν να βαθύνει ακόμη περισσότερο η ύφεση και η ανεργία να φτάσει μέχρι το 25%. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο σημείο εφαρμογής των μέτρων και τα πρώτα σημάδια της αύξησης της ανεργίας και της βαθύτερης ύφεσης έχουν κάνει ήδη την εμφάνιση τους.
Το στοίχημα για την Ελλάδα είναι μπορέσει στα επόμενα τρία χρόνια να περιορίσει το χρέος της και να επιστρέψει στις αγορές για δανεισμό. Η Αργεντινή πάντως δεν τα κατάφερε.
Πως οδηγήθηκε στην εξαθλίωση μια χώρα πρότυπο
«Πριν την κρίση, μπορούσαμε να ταξιδεύουμε όπου θέλαμε στον κόσμο. Μετά δεν μπορούσαμε να βγούμε από το σπίτι μας ούτε για φαγητό και ακόμη και σήμερα πάρα πολύς κόσμος δεν μπορεί να διαθέσει αυτά τα λιγοστά χρήματα» θα πει στον ΤτΚ ο Σέρχιο ….., εκδότης από το Μπουένος Άιρες. «Στα χρόνια της κρίσης, περιμετρικά της πρωτεύουσας άρχισαν να δημιουργούνται παραγκουπόλεις από εξαθλιωμένους Αργεντινούς και ακόμη και σήμερα συνεχίσουν να γεμίσουν».
Η πτώχευση της Αργεντινής αποτελεί σημείο αναφοράς για μιας οικονομικής κρίσης. Αν και το παράδειγμά της χρησιμοποιείται πολύ συχνά λίγοι γνωρίζουν πως ακριβώς «μια χώρα πρότυπο» οδηγήθηκε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα στην εξαθλίωση με πληγές που παραμένουν ανοιχτές μέχρι και σήμερα.
Η ιστορία ξεκινά με το τέλος της στρατιωτικής χούντας το 1982. Η χώρα βρίσκεται με ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος και η κυβέρνηση του Ραούλ Αλφονσίν εισάγει ένα νέο νόμισμα, το αουστράλ, προκειμένου να σταθεροποιήσει τις τιμές. Η προσπάθεια απέτυχε παταγωδώς με τον πληθωρισμό το 1989 να φτάνει το 3000%.
Την ίδια χρονιά αναλαμβάνει πρόεδρος ο Κάρλος Μένεμ, και αναθέτει στον Ντομίνγκο Καβάγιο, γκόλντεν μπόι με σπουδές στο Χάρβαρντ να εκπονήσει ένα σχέδιο οικονομικής μεταρρύθμισης. Ο Καβάγιο θα εκπονήσει ένα φιλελεύθερο σχέδιο που περιλάμβανε ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων , άνοιγμα της χώρας στις παγκόσμιες αγορές, και μείωση φορολογίας στα στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων.
Η πιο ριζοσπαστική όμως ιδέα του Καβάγιο είχε να κάνει με τη νομισματική μεταρρύθμιση. Προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό συνέδεσε την ισοτιμία του αργεντίνικου πέσο με το δολάριο. Η αξιοπιστία του νομίσματος έτσι εξασφαλιζόταν και οι Αργεντίνοι είχαν τη δυνατότητα να ανταλλάσουν πέσο με δολάρια. Για να λειτουργήσει το σύστημα θα έπρεπε η κεντρική τράπεζα να είχε απόθεμα σε δολάρια όσο και το κυκλοφορούν χρήμα σε πέσο. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Χρήμα από το εξωτερικό άρχισε να εισρέει και το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε σε μόλις τρία χρόνια κατά 25%. Το 1995 η οικονομία της χώρας δέχθηκε τους πρώτους κραδασμούς που απέδειξαν πόσο ευάλωτο ήταν το σύστημα του Καβάγιο
Η οικονομική κρίση ξεκίνησε από το Μεξικό. Οι πιστωτές κυρίως Αμερικανοί για τους οποίους η Λατινική Αμερική είναι μία χώρα άρχισαν να αποσύρουν χρήματα και να τις πιστώσεις. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε σε πιέσεις προς τις επιχειρήσεις της Αργεντινής να αποπληρώσουν τα δάνεια τους και παράλληλα να δημιουργείται στην αργεντίνικη κοινωνία μια ανησυχία για το κατά πόσο είναι ασφαλή τα χρήματά τους σε πέσο. Έτσι ξεκινά ένα φαύλος κύκλος πιστωτικής στενότητας και μαζικών αναλήψεων με την κεντρική τράπεζα της χώρας να μην μπορεί να τυπώσει νέο χρήμα εκτός αν το αντάλλασε με δολάρια.
Για καλή της τύχη, η κρίση στο Μεξικό δεν διήρκησε πολύ, η εμπιστοσύνη αποκαταστάθηκε και νέο χρήμα εισέρρευσε σε δολάρια με τη μορφή δανείων προς τις επιχειρήσεις. Και τότε όλα άρχισαν να πηγαίνουν στραβά.
Η Βραζιλία αντιμετώπισε οικονομική κρίση με το νόμισμα της να υποτιμάται. Την ίδια στιγμή το δολάριο καταγράφει άλμα έναντι του ευρώ. Το αργεντίνικο πέσο είχε σταθερή ισοτιμία με το δολάριο, όχι όμως με το βραζιλιάνικο ρεάλ ούτε με το ευρώ. Και λοιπόν; θα αναρωτηθεί κανείς. Βραζιλία και Ευρώπη ήταν οι δύο μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι της Αργεντινής. Ξαφνικά οι εξαγωγές τις χώρας βυθίστηκαν αφού τα προϊόντα της έγιναν πλέον πανάκριβά.
Καθώς η οικονομία βυθιζόταν στην ύφεση οι αγορές έχασαν την εμπιστοσύνη τους με αποτέλεσμα μα περιοριστούν οι πιστώσεις. Η κυβέρνηση πήρε σκληρά μέτρα περιορίζοντας τον προϋπολογισμό της ώστε να μπορεί να εξυπηρετεί το εξωτερικό χρέος αλλά στο τέλος δεν άντεξε και έσπασε την ισοτιμία 1 προς 1 με το δολάριο. Οι καταθέτες έχασαν χρήματα αλλά το χειρότερο ήταν ότι οι επιχειρήσεις που είχαν δάνεια σε δολάρια ξαφνικά βρέθηκαν με ένα τεράστιο έξτρα χρέος. Αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να κλείνουν η μία μετά την άλλη. Οι οικονομικές δραστηριότητες πάγωσαν η ανεργία εκτοξεύτηκε στα ύψη και το ΑΕΠ μειώθηκε από το 1998 μέχρι το 2002 κατά 18%. Η ισοτιμία του πέσο από 1 προς 1 έπεσε σε 4 προς ένα και η χώρα βρέθηκε σε απομόνωση. Στα χρόνια που ακολούθησαν η Αργεντινή γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και σε αυτό συνέβαλε η αναδιαπραγμάτευση του χρέους που κατάφερε ο επόμενος πρόεδρος Νέστορ Κίρχνερ με αρκετούς πιστωτές της χώρας πληρώνοντας περίπου το ένα τρίτο του χρέους. Το χρέος προς το ΔΝΤ πάντως ύψους 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων εξοφλήθηκε ολόκληρο.
Για την ιστορία να πούμε ότι η ισοτιμία του πέσο με το δολάριο παραμένει στο 1 προς 4.
Τελεσίγραφο στους πιστωτές
Ακόμη και σήμερα η Αργεντινή βρίσκεται εκτός αγορών. Πρόσφατα η πρόεδρος της χώρας Κριστίνα Φερνάντες έκανε μια πρόταση στους πιστωτές της Αργεντινής, προσφέροντας τους 20 δισεκατομμύρια δολάρια έναντι κρατικών ομολόγων ύψους 95 δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχουν μείνει σε εκκρεμότητα από τη στάση πληρωμών του 2001. «Αυτή είναι η δεύτερη ευκαιρία σας. Μη τη χάσετε» ήταν τα λόγια της κ. Φερνάντες σε συνέντευξή της στο Bloomberg.
Η πρόεδρος της Αργεντινής είναι αυτή πλέον που εκβιάζει τους πιστωτές της Αργεντινής, προειδοποιώντας τους ουσιαστικά ότι ή θα πάρουν αυτά που τους δίνει ή δεν θα πάρουν τίποτα.
Οι συγκεκριμένοι πιστωτές είχαν αρνηθεί την πρώτη πρόταση του προέδρου και συζύγου της Νέστορ Κίρχνερ το 2005 με αποτέλεσμα η Αργεντινή να παραμείνει εκτός αγορών.
Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 16-05-2010