«Να φοβάσαι όταν οι άλλοι είναι άπληστοι και να είσαι άπληστος όταν οι άλλοι φοβούνται». Αυτή είναι η απάντηση που δίνει ο Γουόρεν Μπάφετ σε όσους αναρωτιούνται πως τα καταφέρνει πάντα και βγαίνει κερδισμένος, ακόμη και σε περιόδους κρίσης. Απόδειξη της πρακτικής και του δαιμόνιου επιχειρηματικού αισθητήριού του η προ ημερών εξαγορά του σιδηροδρομικού δικτύου της Burlington Northern Santa Fe, που ταρακούνησε τη Γουόλ Στριτ. Ο κορυφαίος επενδυτής της χρονιάς σύμφωνα με δημοσκόπηση του Bloomberg, έκανε την εξαγορά της ζωής πληρώνοντας 31 δισεκατομμύρια σε μετρητά και αναλαμβάνοντας χρέη 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μήπως το παράκανε;
Μάλλον όχι αν σκεφτεί κανείς ότι η αγορά των σιδηροδρόμων είναι σε ύφεση (άρα ψώνισε φθηνά), η Burlington έχει δική της υποδομή και δραστηριοποιείται στη Δυτική Ακτή εκεί δηλαδή απ’ όπου ξεφορτώνουν εμπορεύματα τα πλοία από την Κίνα και τις αναδυόμενες αγορές.
Η συνταγή του αν και αναχρονιστική στον κόσμο των επιχειρήσεων, παραμένει απλή και ίδια, εδώ και δεκαετίες . Αποφεύγει τη σπέκουλα και αγοράζει υποσχόμενες επιχειρήσεις την κατάλληλη στιγμή –δηλαδή όταν ο κλάδος βρίσκεται σε ύφεση- οι οποίες αποκτούν προστιθέμενη αξία μόνο και μόνο επειδή τις εμπιστεύεται ο ίδιος. Η παρουσία του σε μία επιχείρηση, αποτελεί κατά κάποιο τρόπο εγγύηση για τους εν δυνάμει επενδυτές.
Η πορεία του μέχρι τώρα καταρρίπτει τα στερεότυπα για τον «μεταμοντέρνο επενδυτή» που αγοράζει και πουλάει εν ριπή οφθαλμού πολύπλοκα χρηματοοικονομικά προϊόντα -που καμιά φορά δεν τα καταλαβαίνει ούτε ο ίδιος- και τζογάρει σε υποτιμητικές θέσεις εξωτικών χρηματιστηρίων. Όσο για την οικονομική κρίση έχει κατακεραυνώσει ουκ ολίγες φορές το χρηματοοικονομικό σύστημα και τις επενδυτικές τράπεζες για τη φούσκα των αγορών. Τώρα αν η δική του συντηρητική λογική είναι πετυχημένη, αυτό αποδεικνύεται από την τιμή της μετοχής της Berkshire Hathaway που δεν έχει κάνει ποτέ split και σήμερα αξίζει περίπου 75.000 δολάρια. Όποιος δηλαδή είχε επενδύσει στην εταιρία το 1964 ένα δολάριο, σήμερα η επένδυσή σου θα άξιζε 362.000 δολάρια.
Αν και καταξιωμένος πλέον ως ο γκουρού των επενδύσεων, το παρουσιαστικό αλλά και ο τρόπος ζωής του δεύτερου πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο, δημιουργούν σύγχυση.
Τα παλιομοδίτικα γυαλιά του παραπέμπουν σε πλασιέ υφασμάτων περασμένων δεκαετιών και αποστρέφεται τη δημοσιότητα. Εξακολουθεί να έχει τη βάση του στην Ομάχα, της πολιτείας Νεμπράσκα, 2.000 χιλιόμετρα μακριά από τον φυσικό χώρο των επενδύσεων- δηλαδή τη Γουόλ Στριτ- και το γραφείο του παραμένει στο ίδιο μικρό κτίριο εδώ και 50 χρόνια. Πηγαίνει κάθε πρωί στη δουλειά του σα δημόσιος υπάλληλος οδηγώντας ο ίδιος τα αυτοκίνητό του, ενώ έχει μόνο έναν προσωπικό βοηθό, που κανονίζει τα λιγοστά ραντεβού του αφού μισεί τα μίτινγκς και το φορτωμένο πρόγραμμα.
Δεν τα πάει καλά ούτε με την τεχνολογία. Στο λιτό γραφείο του δεν έχει ούτε κομπιούτερ, ούτε καν κομπιουτεράκι, πιστός στη λογική που λέει ότι αν μια δουλειά θέλει περίπλοκους υπολογισμούς για να δεις αν αξίζει, μάλλον δεν αξίζει.
Ωστόσο έχει κομπιούτερ στο σπίτι του και τα απογεύματα τα περνά συνήθως μπροστά την οθόνη. Όχι όμως μελετώντας τα χρηματιστήρια και τις οικονομικές ειδήσεις αλλά παίζοντας μπριτζ στο Ίντερνετ.
Η τσιγγουνιά του είναι παροιμιώδης. Λέγεται μάλιστα ότι όταν κάποτε έδωσε την κόρη του 20 δολάρια για να πληρώσει μια κλήση, της ζήτησε να του κόψει επιταγή. Όσο για την απόφασή του το 2006 να δωρίσει το 85% της περιουσίας του, που τότε αποτιμόταν σε 31 δισεκατομμύρια δολάρια, στο ίδρυμα του Μπιλ Γκέιτς, θα πρέπει να ιδωθεί μάλλον ως αποτέλεσμα του άγχους που τον έχει κυριεύσει για την υστεροφημία του.
Ο Μπάφετ απέτυχε να εισαχθεί στην οικονομική σχολή του Χάρβαρντ. Αυτό του βγήκε σε καλό όμως, καθώς έτσι γνώρισε τον μέντορά του, καθηγητή του πανεπιστημίου Κολούμπια Μπεν Γκράχαμ. Η επίδραση που άσκησε πάνω του η θεωρητική σκέψη του Γκράχαμ, τον οδήγησαν στη δεκαετία του ’60 να αποκτήσει την κλωστουφαντουργία Berkshire Hathaway που έμελλε να γίνει η σημαντικότερή του επένδυση. Η ρευστότητα που του εξασφάλισε η συγκεκριμένη επιχείρηση, τον βοήθησε να επεκταθεί αργά αλλά σταθερά εξαγοράζοντας πακέτα μετοχών σε πολλά υποσχόμενες εταιρίες.
Με περιουσία 58 δισεκατομμύρια δολάρια, ήταν πέρυσι ο πλουσιότερος άνθρωπος στην κόσμο, για να τον ξεπεράσει φέτος και πάλι ο φίλος του Μπιλ Γκέιτς.
Το περίεργο είναι ότι ο Μπάφετ, δεν άρχισε την επιχειρηματική του πορεία, στήνοντας μια εταιρία από την αρχή. Ούτε ανακάλυψε κάτι καινούργιο, ούτε εφάρμοσε μια καινοτομία. Καταγόταν όμως από εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν χρηματιστής γεγονός που αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για να εξοικειωθεί από νωρίς με τη λειτουργία των αγορών. Ο ίδιος μάλιστα απέκτησε τις πρώτες του μετοχές σε ηλικία 11 ετών.
Μέσω της Berkshire Hathaway ελέγχει σήμερα περισσότερες από 70 εταιρίες, ενώ έχει αρκετά εκατομμύρια δολάρια ακόμη, επενδυμένα σε δεκάδες άλλες επιχειρήσεις.
Αν και πλησιάζει τα 80 του χρόνια, παραμένει ενεργός χωρίς να αφήνει υπόνοιες για αποχώρηση. Όσο την επόμενη ημέρα που η αυτοκρατορία του θα συνεχίσει χωρίς αυτόν, το σχέδιο του είναι να δώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής σε δύο πρόσωπα. Ένα που θα είναι αρμόδιο για τις επενδύσεις και ένα για τη διαχείριση των εταιριών της Berkshire Hathaway
Οι χρυσοφόρες επενδύσεις του Γουόρεν Μπάφετ
1. Berkshire Hathaway
Κλωστοϋφαντουργική εταιρία με ιστορία 120 ετών, η Berkshire Hathaway είχε στη δεκαετία του ’50 δεκαπέντε εργοστάσια και 12.000 εργαζόμενους. Από το 1962 ο Μπάφετ ξεκίνησε να αγοράζει μετοχές για να αποκτήσει τρία χρόνια αργότερα το πλειοψηφικό πακέτο της εταιρίας. Αντιμετωπίζοντας σκληρό ανταγωνισμό από την κλωστοϋφαντουργία των αναπτυσσόμενων χωρών, το 1985 αναγκάστηκε να την κλείσει, αλλά διατήρησε τον τίτλο για την εταιρία συμμετοχών που αποτελεί την ομπρέλα του ομίλου του.
2. Geico
Η ανάμιξη του Μπάφετ στην Geico ξεκινά το 1951. Άρχισε σταδιακά να αγοράζει μετοχές και όταν στη δεκαετία του ’70 η εταιρία άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα βρήκε την ευκαιρία και μέσω της Berkshire Hathaway αγόρασε μισό εκατομμύριο μετοχές η αξία των οποίων τετραπλασιάστηκε μέσα σε έξι μήνες. Είκοσι χρόνια αργότερα η Geico αντιμετώπισε και πάλι προβλήματα δίνοντας την ευκαιρία στον Μπάφετ να την εξαγοράσει αντί 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
3. Dairy Queen
Το πάθος του Μπάφετ για τα παγωτά και η ικανότητά του να οσμίζεται τις επιχειρηματικές ευκαιρίες, συντονίστηκαν στην περίπτωση της Dairy Queen. Το τίμημα για την απόκτησή της ανήλθε στα 585 εκατομμύρια δολάρια και σήμερα η εταιρία διαθέτει 5,700 σημεία πώλησης σε όλο τον κόσμο. Από το 2005 η Dairy Queen επεκτείνεται στην Κίνα με στόχο να φτάσει τα 500 καταστήματα στα επόμενα χρόνια.
4. Coca Cola
Έφτασε μια στιγμή στη δεκαετία του ’80 που Μπάφετ θεώρησε ότι η τιμή της μετοχής της Coca Cola δεν αντανακλούσε την οικονομική της ευρωστία και τις δυνατότητες ανάπτυξης και έτσι ξεκίνησε να αγοράζει μετοχές. Σήμερα το 8,6% των μετοχών της Coca Cola που διαθέτει η Berkshire Hathaway αξίζουν κοντά 10 δισεκατομμύρια δολάρια.
5. Goldman Sachs
Εν μέσω οικονομικής κρίσης, τη στιγμή που οι αμερικανικές τράπεζες έδιναν μάχη για τη σωτηρία τους, ο Μπάφετ αποφάσισε να γίνει ο λευκός ιππότης που θα σώσει την Goldman Sachs. Επένδυσε λοιπόν 5 δισεκατομμύρια δολάρια στην εταιρία και μέσα σε μερικές ώρες από την ανακοίνωση της συμφωνίας η μετοχή της αυξήθηκε κατά 6%. Η συμφωνία προβλέπει ακόμη ότι η Goldman θα πληρώνει κάθε χρόνο στη Berkshire Hathaway μέρισμα 10% για τις προνομιούχες μετοχές της, ανεξάρτητα από την τιμή των κοινών μετοχών της.
Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής 15-11-2009