“Ασφαλώς πρέπει να είναι κανείς πάντοτε σε θέση να δώσει μια σαφή απάντηση, να δικαιολογηθεί ίσως, για μία μεγάλη βασική για τη μετέπειτα ζωή του απόφαση που πήρε, τη στιγμή που οι δύο διαφορετικοί δρόμοι ανοίγονταν μπροστά του και περίμεναν την εκλογή του.
Δύο ήταν αυτά που θα μπορούσαν να γίνουν:
α)Να φύγει κανείς από το καράβι του και ακολουθώντας τον ύπαρχο να ζητήσει σαφέστερη εντολή από τον Αρχηγό Στόλου ή το υπουργείο.
β)Να φύγει μαζί με το πλοίο συμμεριζόμενος την επισφαλή τύχη του, χωρίς διαταγή και μόνο κίνητρο τον πόθο του για την ελευθερία....”
Αρχιπλοίαρχος Γ. Δροσινός. (σημαιοφόρος στο Θωρηκτό Αβέρωφ, 1940-1941)
Πριν από μερικές ημέρες, το Θωρηκτό Αβέρωφ, μετά από εργασίες επισκευών συντήρησής του που διήρκησαν τρεις μήνες, επέστρεψε στο αγκυροβόλιό του στο Φλοίσβο. Λαμπερό και καλογυαλισμένο θα συνεχίσει να υποδέχεται κάθε χρόνο πάνω από 60.000 επισκέπτες που θα θέλουν να δουν από κοντά ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας. Το Αβέρωφ πήρε μέρος στους Bαλκανικούς και σε δύο παγκόσμιους πολέμους. Αυτό που δεν ξέρουν πολλοί όμως είναι ότι για να βρίσκεται σήμερα το Αβέρωφ στο Φλοίσβο και να μην είναι ένα κουφάρι στο βυθό του Σαρωνικού, αυτό οφείλεται σε περίπου είκοσι θαρραλέους αξιωματικούς (πολλοί από τους οποίους μόλις είχαν αποφοιτήσει από τη σχολή) και έναν αποφασιστικό πλωτάρχη, που τον Απρίλιο του 1941, πήραν πάνω τους την ευθύνη να αντιταχθούν στην εντολή του υπουργείου να βυθίσει το πλοίο για να μην πέσει στα χέρια των Ναζί και το οδήγησαν μέσα από νάρκες και γερμανικά υποβρύχια, στην Αλεξάνδρεια.
Η ιστορία της ανταρσίας του Αβέρωφ είναι γνωστή ως γεγονός στους “μυημένους” αλλά πέρα από το ιστορικό γεγονός, η όλη επιχείρηση και το τι προηγήθηκε κρύβει ένα θρίλερ για γερά νεύρα όπου αξιωματικοί συγκρούονται με αξιωματικούς και μία ανταρσία φτάνει τελικά στο σημείο να νομιμοποιηθεί από το επίσημο κράτος με τελικό αποτέλεσμα το πλοίο να σωθεί. Παρουσιάζουμε σήμερα την εξέλιξη της ανταρσίας μέσα από τις προσωπικές σημειώσεις του σημαιοφόρου του Αβέρωφ, Γεώργιου Δροσινού, μέσα από τα ημερολόγιο του πλοίου αλλά και μέσα από τα πρωτότυπα σήματα του Αβέρωφ στην επικοινωνία του με το ΓΕΝ που έρχονται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα.
Βρισκόμαστε τη νύχτα της 17ης Απριλίου του 1941. Το μέτωπο άμυνας του ελληνικού στρατού στη Μακεδονία είχε καταρρεύσει και οι Γερμανοί κατευθύνονταν προς την Αθήνα, ενώ την ίδια στιγμή οι Άγγλοι εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Σε τρεις μέρες ο Τσολάκογλου επρόκειτο να παραδώσει τη χώρα και τυπικά στη ναζιστική Γερμανία. Η ελληνική κυβέρνηση και το υπουργείο ναυτικών είχαν δώσει την εντολή να καταστραφούν τα κλείστρα των πυροβόλων του Αβέρωφ και αυτό να βυθιστεί στα ανοιχτά της Ψυτάλειας για να μην πέσει στα χέρια των κατακτητών. Από μαρτυρίες των παρευρισκόμενων στο πλοίο αξιωματικών και με όσα καταγράφει στο βιβλίο του ο Στυλιανός Χαρατσής “1023 αξιωματικοί και 22 κινήματα” , οι περισσότεροι αξιωματικοί του πλοίου δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένοι από την απόφαση.
Στην ανταρσία πρωτοστατούν δύο σημαιοφόροι και ένας ιερέας. Ο Αλέξανδρος Διαμαντής μηχανικός του πλοίου, ο Π. Ηλιομαρκάκης και ο στρατιωτικός ιερέας Δ. Παπανικολόπουλος.
Την προηγούμενη μέρα καθώς είχε ήδη ξεσπάσει αναταραχή ο Διαμαντής ανοίγει το οπλοστάσιο του πλοίου και μοιράζει όπλα στους ναύτες διαχέοντας την ιδέα το πλοίο να φύγει παρά το ρίσκο που έχει μια τέτοια απόφαση και να κατευθυνθεί στην Αλεξάνδρεια για να ενωθεί με το συμμαχικό στόλο. Ο Ηλιομαρκάκης ενημερώνει τον πλωτάρχη Πότη Δαμηλάτη, διευθυντή του πυροβολικού για την πρόθεση μερίδας των αξιωματικών να σώσουν το πλοίο έστω και με τη βία. Ο κυβερνήτης Βλαχόπουλος και ο ύπαρχος Παπαβασιλείου δεν βρίσκονταν στο πλοίο εκείνη τη στιγμή και ο Δαμηλάτης ως ανώτερος στην ιεραρχία είχε την ευθύνη του πλοίου. Ο Δαμηλάτης βρέθηκε σε δύσκολη θέση καθώς δεν μπορούσε να πάρει την απόφαση και προσπάθησε να καθησυχάσει τους αξιωματικούς του. Επικρατεί χάος και ο Ηλιομαρκάκης προτείνει σε όσους θέλουν να φύγουν και να επιστρέψουν στις οικογένειές τους. Ο πόλεμος για την Ελλάδα είχε τελειώσει. Το πλήρωμα ωστόσο αναστατωμένο αρχίζει να φωνάζει “να σωθεί το Αβέρωφ”. Ανταρσία όμως εν καιρώ πολέμου σημαίνει το λιγότερο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο Δαμηλάτης κλίνει προς την απόφαση να φύγει το πλοίο και ο Ηλιομαρκάκης τον ενημερώνει ότι στις 23.00 θα επιστέψει ο ύπαρχος Παπαβασιλείου με τις τελικές διαταγές από το υπουργείο ναυτικών. Πολλοί αξιωματικοί ωστόσο, γνωρίζοντας την δυσκολία του εγχειρήματος και με δεδομένο ότι η μέχρι εκείνη στιγμή η διαταγή ήταν να βυθιστεί το πλοίο, έρχονται σε σύγκρουση με τους στασιαστές.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που κατέγραψε στο βιβλίο του ο Χαρατσής, ο υποπλοίαρχος μηχανικός Μ. Χρονόπουλος που ήταν και ο αρχαιότερος μηχανικός βάζει τις φωνές λέγοντας ότι αυτές είναι παράτυπες ενέργειες και δεν μπορεί αν αποπλεύσει το πλοίο χωρίς διαταγή. Απειλεί μάλιστα ότι θα σαμποτάρει τους λέβητες για να μην μπορούν να δουλέψουν οι μηχανές και επιτίθεται στον Δαμηλάτη κατηγορώντας τον για συνωμοσία με τους δύο σημαιοφόρους. Ο Ηλιομαρκάκης τότε λέει στον Διαμαντή να αναλάβει αυτός τις μηχανές και να τις προετοιμάσει για απόπλου. Η ανταρσία ήδη έχει ξεσπάσει σε μια ατμόσφαιρα απειθαρχίας και αβεβαιότητας και με τη μεγάλη πλειοψηφία των αξιωματικών να είναι σημαιοφόροι, δηλαδή νέοι άντρες εκ των οποίων πολλοί μόλις είχαν βγει από τη σχολή χωρίς εμπειρία σε ανάλογες κρίσεις και εκ των πραγμάτων ελάχιστα, αυτό που λέμε, “μπαρουτοκαπνισμένοι.”
Για τους αξιωματικούς του Αβέρωφ όμως, δεν υπήρχε μπροστά τους μόνο το δίλημμα να φύγουν ή να βυθίσουν του πλοίο. Σε περίπτωση που το πλοίο βυθίζονταν κάποιοι σκέφτονταν το ενδεχόμενο να μείνουν στο κατάστρωμα μέχρι τέλους.
Το ημερολόγιο του πλοίου αποκαλύπτει ακόμη πως η ιστορία επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Αποκαλύπτει το πως έβλεπαν οι Έλληνες αξιωματικοί αλλά και η πολιτική ηγεσία τους Άγγλους συμμάχους τους, στους οποίους δεν είχαν καμία εμπιστοσύνη καθώς τους είχαν κοροϊδέψει επανειλημμένα.
Στις προσωπικές του σημειώσεις ο σημαιοφόρος του Αβέρωφ Γεώργιος Δροσινός, σχετικά με το ενδεχόμενο βύθισης του πλοίου έγραφε:
“Προσωπικώς θεωρώ δειλία την πράξη της αυτοβυθίσεως πλοίου, τοσούτω μάλλον, καθ’ όσων τούτο ακέραιο από πάσης πλευράς.
Εγεννάτο όμως το ζήτημα του προσωπικού, όπερ θα ηκολούθη κατά μεγάλο μέρος την τύχη του πλοίου, εις την περίπτωσιν της καταστροφής του. Αλλά το ζήτημα αυτό ηδύνατο να λυθεί διά της εθελουσίας παραμονής του πληρώματος επί τω πλοίω.”
Ώρα 21.00
Τα νεύρα πάνω στο Αβέρωφ είναι ήδη τεντωμένα και ο Δαμηλάτης κάνει γενική κλήση πληρώματος ζητώντας στη μία μετά τα μεσάνυχτα το πλοίο να είναι έτοιμο για απόπλου και θα περιμένει διαταγές καθώς και την επιβίβαση των ανώτερων αξιωματικών. Το πλήρωμα φωνάζει και ζητά να φύγει το καράβι γρήγορα για να μην πέσει είτε στα χέρια του εχθρού είτε στους αξιωματικούς που ήταν αντίθετοι με την ανταρσία.
Ο Δροσινός καταγράφει την ατμόσφαιρα των στιγμών εκείνων:
“Το πλοίο, φαινομενικώς χωρίς κυβερνήτη - ήδη τα πράγματά του είχαν φύγει ακολουθώντας το δύστυχο κυβερνήτη, που είχε πιστέψει στα λόγια εκείνων που ήθελαν να δείξουν αδύνατο τον απόπλου - χωρίς καμία απολύτως διαταγή ετίθετο φυσικό τω λόγω υπό τας αμέσως διαταγάς του υπάρχου, ο οποίος πιστός στην υπόσχεσή του επέστρεφε στο καράβι την ώρα που είχε πει. Εκεί, τον περίμενε ένα πλήρωμα έξαλλο, χωρίς καμία έννοια πειθαρχίας και εξημμένο από κακόβουλες διαδώσεις, κατά μεγάλη πλειοψηφία υπέρ του αμέσου απόπλου και της καθόδου προς Αλεξανδρείαν”
Συγκλονιστική είναι η περιγραφή των στιγμών στο ημερολόγιο του πλοίου.
Ημερολόγιο πλοίου
ώρα 23.15
Επανήλθεν του πλοίου ο ύπαρχος, αντιπλοίαρχος Παπαβασιλείου όστις καλέσας τους Αξιωματικούς είπεν τα εξής: “Προ ολίγου ευρισκόμιν εις κατάστημα του Υπουργείου Ναυτικών και γνωρίζω εις σας ότι ο κυβερνήτης θα επιβή του Αντιτορπιλικού Ιέραξ ίνα αναχωρήση, αφίνων να εννοηθή ότι ο κυβερνήτης μας , μας εγκατέλειψε. Εν συνεχεία ωμίλησεν δια την τύχην του πλοίου και είπεν ότι προηγηθείσης συζητήσεως μετά του πλοιάρχου Τσάφου και Αντωνόπουλου εις υπουργείο ναυτικών δύο λύσεις υπάρχουν. Α) Το πλοίο να αποπλεύση, πράγμα το οποίο θεωρεί άσκοπον και περιττήν τη θυσίαν 1000 ατόμων άνευ ουδενός σκοπού, καθ ότι αι πιθανότητες του ασφαλούς πλου του πλοίου είναι 1%.
Επενέβησαν αξιωματικοί οίτινες είπον ότι το πλοίον επρόκειτο να αποπλεύση με αγγλικήν νηοπομπήν και ότι πιθανόν να αποπλεύση αγγλική νηοπομπή καθ΄ότι παρετηρηθεί ότι διάφορα ορμούντα είς Ελευσίνα εμπορικά πλοία εγκαταλείπουν το αγκυροβόλιόν των και ότι ο κυβερνήτης του αγγλικού ναρκαγρευτικού μας ηρώτησε αν ήμεθα έτοιμοι προς απόπλουν. Εις απάντησιν των ανωτέρω μας είπεν ότι ουδεμία αγγλική νηοπομπή επρόκειτο να φύγει το εσπέρας διότι οι σύμμαχοί μας Άγγλοι μας εκορόιδεψαν επανειλημμένως καθ’ ότι εκτός άλλων περιπτώσεων μας είχον πληροφορήση ότι προ δύο ημερών θα συνεκροτείτο νηοπομπή είς ην θα μετείχεν και ο “Αβέρωφ” πλην όμως η νηοπομπή αυτή δεν επραγματοποιήθη και ότι πιθανώς η νηοπομπή αυτή να συγκροτηθή μετά δύο ημέρας δι ο η κυβέρνησις έλαβε την απόφασιν όπως το πλοίον βυθισθή υπό του πληρώματος του αύριον την πρωίαν έξωθι Ψυτταλείας, επειδή το κράτος ουδεμίαν εμπιστοσύνην έχει προς τους συμμάχους καθ’ ότι επανειλημμένως μας εγέλασαν.
Πάντες οι αξιωματικοί εδήλωσαν εις τον ύπαρχον την απόφασίν των και την του πληρώματος όπως το πλοίον αποπλεύση το ταχύτερον έστω και ασυνόδευτον και ότι πάντες προτιμούν να αποθάνουν τιμίως επί του πλοίου το οποίον μας ενεπιστεύθη η πατρίς παρά να αυτοβυθίσουν το πλοίoν και να
παραδοθούν ως αιχμάλωτοι, ως επρότεινεν ο ύπαρχος εις τους Γερμανούς. Κατόπιν τούτων εδέχθη όπως κληθούν άπαντες οι υπαξιωματικοί και ακολούθως το πλήρωμα και να δηλώσουν ποιοί επιθυμούν να ακολουθήσουν την προταθείσαν υπό των αξιωματικών τύχην του πλοίου.
Εκλήθησαν οι υπαξιωματικοί και εξ' αυτών αφού ελέχθησαν υπό του υπάρχου τα γεγονότα αρκετά απαισιόδοξα και σχεδόν με την πρότασιν του υπέρ της εγκαταλείψεως του πλοίου πράγμα όπερ εγέννησεν την ζωηράν διαλογικήν συζήτησιν μεταξύ υπάρχου και παρευρισκομένων αξιωματικών παρουσιάσθησαν οι κάτωθι υπαξιωματικοί με την απόφασιν της εγκαταλείψεως του πλοίου:.... “
” Πλείστοι εδήλουν ότι θα ηκολούθουν την τύχην του πλοίου παραμένοντος του υπάρχου επί του πλοίου, τότε ούτως εδήλωσεν δεδομένου ότι ο ασφαλής πλους είναι αδύνατος δεν δύναται να λάβει μόνος την απόφασιν και εζήτησε να αποβιβαστεί εις την ξηράν ίνα συνεννοηθεί αρμοδίως, άφησας να εννοηθή ότι εγκαταλείπει το πλοίον.
Την εντύπωσιν ταύτην εσχημάτισαν απαντάς καθ’ ότι επροτάθη εις τον υπάρχον να συνεννοηθεί αρμόδιως είτε διά τηλεφώνου είτε διά ασυρμάτου.
Τούτο απέρριψε κατηγορηματικώς. Εν συνεχεία ηρωτήθη το πλήρωμα και εδόθη άδεια να φύγουν όσοι δεν επεθύμουν να παραμείνουν στο πλοίον τονίσας εις αυτούς ότι η ενέργειά τους ουδόλως τους ατιμάζει και πράττουν σαν άντρες
Εκ του πληρώματος εδήλωσαν ως μη επιθυμούντες να συμμετάσχωσι εις τον πλούν οι κάτωθι ναύται οίτινες και εγκατέλειψαν το πλοίον: .....
Το πλήρωμα εξανέστη όταν έμαθε ότι ο ύπαρχος του τους εγκαταλείπει και απεπειράθη να κακοποιήση τούτον, πλην όμως τούτο απεφεύχθη καθ’ ότι ο ύπαρχος εξαπατήσας το πλήρωμα διέταξεν “Εις τάξιν απάρσεως” και συγχρόνως εγκατέλειπεν το πλοίον ομού μετά τον δειλών υπαξιωματικών και ναυτών. Τούτο αντιληφθέντες τινές του απολύτως πειθαρχούντος πληρώματος απεδοκίμασαν αυτόν διά των φράσεων “έξω οι προδότες και οι δειλοί”. Την κυβέρνησιν του σκάφους, υπό τας επεφημίας του πληρώματος ανέλαβεν ο πλωτάρχης Δαμηλάτης”
Η ανταρσία βρίσκεται σε εξέλιξη με το πλοίο έτοιμο να αναχωρήσει, υπό το βάρος τόσο του περιορισμένου χρόνου που είχε το πλήρωμα να βγάλει το πλοίο από τον όρμο της Ελευσίνας και της αποστολής αυτοκτονίας που είχε μπροστά του, όσο και υπό το βάρος της σκέψης ότι οι συμμετέχοντες ήταν πλέον στασιαστές εν καιρό πολέμου με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη μετέπειτα ζωή τους.
Ημερολόγιο πλοίου
ώρα 00.55
Εις τάξιν απάρσεως. Λύσαμεν σημαντήρας. Εν Ελευσίνι εγκαταλείφθη Α΄ ατμάκατος, Α΄ λέμβος, μια άκατος και άν άμμα εφέδρου αγκύρας λόγω επισπεύσεως κινήσεων πλοίου
ώρα 00.58
Πρόσω. Κατευθυνόμεθα στενόν Λέρου – Κυράς.
ώρα 01.28
Διάπλους μεγάλου ναυστάθμου.
ώρα 01.55
Κράττει έξωθι φράγματος Ψυτταλείας-Κυνοσάργους. Αναμένωμεν ανέωξιν φράγματος. Αιτηθείσα δεν επραγματοποιήθη. Ελήφθη απόφασις όπως το φράγμα ανοιχθή δια των μέσων του πλοίου.
ώρα 02.05
Καθαίρεσις ακάτου. Εργασία ανεώξεως θύρας φράγματος.
Τα νέα έχουν φτάσει στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού που πανικόβλητο προσπαθεί να κρατήσει το πλοίο μέσα στον όρμο και ξεκινά μία δραματική επικοινωνία σε μια ύστατη προσπάθεια να αποφευχθεί ο απόπλους. Το πλήρωμα ωστόσο είναι αποφασισμένο να συνεχίσει. Τα σήματα του Αβέρωφ στην επικοινωνία του με το ΓΕΝ που παρουσιάζουμε σήμερα για πρώτη φορά στις φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο, αποκαλύπτουν τις δραματικές ώρες που ζούσαν πλήρωμα και επιτελείς.
18-4-1941
02.45
Από ΑΓΕΝ προς Αβέρωφ
“Εν ονόματι κινδυνευούσης πατρίδος εξορκίζω υποταγήν και επιζητώμεν μεταφοράν στόλου εις Αλεξανδρείαν. Μονομερής ενέργειά σας αποτελεί προφανή κίνδυνον καταστροφής πλοίου από εχθρών ίσως και φίλων. Αγκυροβολήσατε”
02.57
Από Αβέρωφ προς ΑΓΕΝ
“Άπαντες εν τω πλοίω επιθυμούσι συνέχισιν πλου. Παρακαλώ επιτρέψατε”
03.03
Από Αβέρωφ προς ΑΓΕΝ
“Άπαντες εν τω πλοίο επιθυμούσι επιβή υπουργός και ΑΓΕΝ.”
03.07
Από ΑΓΕΝ προς Αβέρωφ
“Πλους αδύνατος άνευ κανονικώς συγκροτημένου προσωπικού. Ασφαλώς γίνετε στόχος των πυροβόλων των συμμάχων. Καταστροφή σας βεβαία άνευ συνοδείας δι ην συνεννοούμεθα μετά συμμάχων. Εξορκίζω αγκυροβολήσατε και ομονοήσατε. Αποστέλλω κυβερνήτην”
03.15
Από ΑΓΕΝ προς Αβέρωφ
“Κρατήσατε. Πλοίου επιβή πλοίαρχος Βλαχόπουλος”
Οι επιτελείς του ΓΕΝ καταλαβαίνουν ότι δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσουν το πλοίο και το πλήρωμα που ουσιαστικά έχει κάνει μια ανταρσία επειδή θέλει να πολεμήσει. Προκειμένου να έχει τον έλεγχο της κατάστασης , όσο μπορεί, το ΓΕΝ υποχρεώνεται να αποστείλει κυβερνήτη στο καράβι νομιμοποιώντας ατύπως αλλά ουσιαστικά την κίνηση του πληρώματος.
03.51
Από Αβέρωφ προς ΑΓΕΝ
“Διαδρομούμεν μεταξύ Φλεβών-Μυρμήγκια εν αναμονή διαταγής”
04.10
Από ΑΓΕΝ προς Αβέρωφ
“Επιθυμία πρωθυπουργού Αβέρωφ να μη βληθή”
Ημερολόγιο πλοίου
ώρα 04.30
Επέβη ο κυβερνήτης πλοίαρχος Βλαχόπουλος υπό τας ζωηράς επευφημίας των ανδρών του πληρώματος. Κατευθυνόμεθα προς Ζούρβαν πλέοντες ελίγδην.
04.45
σήμα από Αβέρωφ προς ΑΓΕΝ
“Σήμα σας 04.40 διατάξατε που επαναπλεύσωμεν. Επανάπλους Ναύσταθμον επικίνδυνος ίσως λόγω ναρκών. Αβέρωφ πειθαρχεί διαταγάς σας.”
Πλωτάρχης Δαμηλάτης.
07.45
από Αβέρωφ προς ΑΓΕΝ
“Πάντες πειθαρχούν. Πλέομεν Αργολικόν όπου αναμένωμεν διαταγάς υμών.
08.55
Από ΑΓΕΝ προς Αβέρωφ
“Ο θεός μαζί σας. Συνεννοούμαι με συμμάχους δια πλουν σας. Αναφέρατε στίγμα, ώραν, ταχύτητα και από ποιόν εκ των διαύλων Κρήτης θα πλεύσετε προς Νότο προς ειδοποίηση συμμάχων.”
Το Αβέρωφ φτάνει στη Σούδα την άλλη μέρα στις επτά το πρωί όπου εκεί θα ενωθεί με τον υπόλοιπο ελληνικό και αγγλικό στόλο και θα συνεχίσει το ταξίδι του προς την Αλεξάνδρεια.
19-4-1941
21.14
από Αβέρωφ προς Αρχηγείο στόλου, Ναύαρχο Σακελαρίου
“Εκφράζομεν πάντες αγαλλίασιν μας και ευχόμεθα ευόδωσιν μεγάλου σκοπού με τη βοήθεια του Θεού”
20-4-1941
01.46
Από Αρχηγείο στόλου προς Αβέρωφ
“Υποβάλατε λεπτομερήν έκθεση επί γεγονότων απόπλου. Ενδιαφέρομαι ιδιαιτέρως για την διαγωγήν και χαρακτήρα ην έκαστος υπέδειξεν”
19.18
από Αβέρωφ προς Αρχηγείο στόλου
“Διαταγή σας 01.46 την 20η/4ου. Υποβολή αναφοράς αδύνατος προ απόπλου λόγω ελλείψεως χρόνου. Υποβληθεί άμα κατάπλω”
Την ίδια μέρα το πλοίο έφτασε στην Αλεξάνδρεια και ενημέρωσε σχετικά το υπουργείο ναυτικών.
21-4-1941
13.57
Από Υπουργείο Ναυτικών προς Αβέρωφ
“Ο θεός να φωτίζη όλους μας μέχρι της τελικής νίκης”
Το γεγονός ότι το Αβέρωφ υπάρχει μέχρι σήμερα οφείλεται κυρίως στους Διαμαντή και Ηλιομαρκάκη και στο Δαμηλάτη που πήρε την απόφαση στην πιο κρίσιμη στιγμή. Η ιστορία όμως στη συνέχεια στάθηκε σκληρή με τους πρωταγωνιστές της ανταρσίας. Αν και η επιχείρηση ήταν επιτυχημένη και ατύπως μεν αλλά ουσιαστικά νομιμοποιήθηκε από το υπουργείο ναυτικών, στην Αλεξάνδρεια, όπως καταγράφει ο Χαρατσής, συνεστάθη με προτροπή των Άγγλων ναυτοδικείο. Τον επόμενο χρόνο ο Ηλιομαρκάκης αποτάθηκε και ο Διαμαντής τέθηκε σε διαθεσιμότητα. Το 1948 ζήτησε παραίτηση η οποία δεν του δόθηκε. Μέχρι την επανάκλησή του κατέφυγε στο Χαρτούμ, στην ελληνική παροικία, η οποία τον τίμησε σαν ήρωα. Αργότερα παρασημοφορήθηκε για την πράξη του με τον σταυρό πρώτης τάξης.
Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Βλαχόπουλος θα πνιγεί μαζί με τη σύζυγό του. Ο Δαμηλάτης θα εξαναγκαστεί σε παραίτηση το 1952. Μετά το Αβέρωφ έγινε κυβερνήτης στο πλοίο Κανάρης το οποίο έκανε απόβαση στη Σικελία τον Ιούλιο του 1943 και ήταν αυτός που ανέθεσε στον τότε ανθυποπλοίαρχο Κακεπάκη να ηγηθεί της επιχείρησης.
Ο Κακεπάκης ήταν ο βασικός κατηγορούμενος στη δίκη του ναυτικού το 1948, μια δίκη παρωδία ποτισμένη από το εμφυλιακό μίσος το οποίο έστειλε στο εκτελεστικό απόσπασμα 20 παρασημοφορημένους αξιωματικούς.
Ο Δροσινός και άλλοι έξι σημαιοφόροι αποστρατεύθηκαν πρόωρα το 1967 από τη χούντα των συνταγματαρχών.