Αφορμή για το παρόν άρθρο μας δίνει η συζήτηση της περασμένης εβδομάδας στη Βουλή με τον αφορισμό του κυρίου Τσίπρα «μακάρι να γινόμασταν Αργεντινή» και φυσικά όλο το δημαγωγικό πανηγύρι που στήθηκε αμέσως μετά με εγκλήσεις και αντεγκλήσεις βουλευτών, κυβερνητικών στελεχών δημοσιογράφων κτλ κτλ. και που παραπέμπουν πολύ περισσότερο σε μία συζήτηση καφενείου παρά σε ώριμο πολιτικό διάλογο.
Παρόλα αυτά, αφού το θέμα της Αργεντινής επανήλθε στο προσκήνιο ως σημείο αναφοράς για το ναυάγιο της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, θα ήταν χρήσιμο και ενδιαφέρον, πέρα από την ιστορική του σημασία να δούμε αν τελικά υπάρχουν κοινά στις δύο περιπτώσεις και τα οποία μπορούμε να επικαλούμαστε.
Κατά τη γνώμη μου Ελλάδα και Αργεντινή δεν μπορούν να συγκριθούν και μπορούν να μπουν η μία δίπλα στην άλλη μόνο σημειολογικά σαν δύο τραγικές (ως αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών, αλλά αυτό είναι θέμα άλλης συζήτησης) περιπτώσεις.
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εκθέσουμε σύντομα το χρονικό των κρίσεων, κυρίως της Αργεντινής, γιατί τα δικά μας τα ξέρουμε ή καλύτερα τα ζούμε, και ο αναγνώστης να βγάλει τα συμπεράσματά του.
Γράφτηκε αυτή την εβδομάδα σε γνωστή ιστοσελίδα και από αναγνωρισμένο δημοσιογράφο συγκεκριμένα τον Παύλο Τσίμα ότι αυτό που συνέβη στην Αργεντινή δεν ήταν επιλογή κάποιας πολιτικής δύναμης αλλά το αποτέλεσμα της κυνικής απόφασης του ΔΝΤ να βγάλει την Αργεντινή από την πρίζα. Σωστό εν μέρει και λέω εν μέρει γιατί δεν θέτει την αποχώρηση του ΔΝΤ στο ευρύτερο πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο που προηγήθηκε της χρεοκοπίας του 2002, με αποτέλεσμα να εξάγονται λάθος συμπεράσματα και που σίγουρα δεν ήταν πρόθεση του συντάκτη.
Ας δούμε λοιπόν τη συνέβη τη μοιραία δεκαετία.
Η Αργεντινή μαζί με το Μεξικό και το Περού ήταν οι χώρες που χρησιμευσαν ως μοντέλα της εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του 90. Μείωση του κράτους, ιδιωτικοποίηση των πάντων, μείωση των δημοσίων δαπανών, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, διάλυση των συνδικάτων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων και άλλα πολλά γνωστά. Αυτή ήταν η πολιτική του Κάρλος Μένεμ στην Αργεντινή. Ας προσέξουμε εδώ τη διαδικασία αυτή δια μέσου της οποίας η Αργεντινή έφτασε στον εφιάλτη και ας αναγνωρίσουμε ότι απέχει πολύ από αυτό που ζούσε η Ελλάδα προς κρίσης.
Επιπλέον η Αργεντινή εφάρμοσε τη λογική του σκληρού νομίσματος και τη σύνδεσή με το δολάριο που κατέληξε τελικά να γίνει θηλεία στο λαιμό της.
Ποια ήταν τα αποτελέσματα των πολικών αυτών λοιπόν;
Σύμφωνα με εθνική στατιστική υπηρεσία της αργεντινής (INDEC) για την επαρχία του Μπουένος Άιρες που ζει ο μισός πληθυσμός της χώρας, το 2002, το 10% των πιο πλούσιων Αργεντινών εισέπραττε το 38,8% του συνολικού εισοδήματος, ενώ το 10% των πιο φτωχών μόλις το 1,3%. Η απόσταση που χωρίζει αυτά τα δύο κομμάτια του πληθυσμού αυξήθηκε κατά 29,8 φορές από το 1974. Το οικονομικό μοντέλο του ‘90 σύμφωνα με τη κοινωνιολόγο Σουζάνα Τοράντο, προκαλούσε φτώχεια χωρίς πληθωρισμό. Το 1991 ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας το 21,5% του πληθυσμού και έφτασε το 26% το 1998. Ένα μήνα πριν τη φυγή του προέδρου Ντε Λα Ρούα με το γνωστό πλέον ελικόπτερο, κάτω από το όριο της φτώχειας είχε πέσει το 40% των Αργεντινών δηλαδή περίπου 14 εκατομμύρια άνθρωποι.
Όσων αφορά την ανεργία το 1990, άνεργοι και υποαπασχολούμενοι έφταναν το 18% ενώ το 1999, το 28,1%.
Από τις ιδιωτικοποιήσεις όλα αυτά τα χρόνια, έχασε τη δουλειά του σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει ο δημοσιογράφος Πέδρο Μπρίγκερ στην έρευνά του για τις Λαϊκές συνελεύσεις που ακολούθησαν την «πτώση» το 80% των εργαζομένων.
Μέχρι εδώ το σενάριο δεν μοιάζει καθόλου με ότι προηγήθηκε στην Ελλάδα. Μοιάζει θα πει κανείς με αυτό που ακολούθησε την είσοδο στο μνημόνιο. Σε αυτή την περίπτωση πάντως ακόμη και ο κύριος Τσίπρας θα αναγνώριζε ότι το σχόλιό του ήταν εντελώς άστοχο.
Πάμε όμως παρακάτω για να καταλάβουμε πως διαλύθηκαν όλα στην Αργεντινή και περίπου τι θα γινόταν αν ξαφνικά η τρόικα αποφάσιζε να βγάλει την Ελλάδα από την εντατική. Και αυτό μόνο ως προς το εύρος των άμεσων επιπτώσεων, θα εξηγήσουμε μετά γιατί.
Η πιο ριζοσπαστική ιδέα του υπουργού οικονομικών του Μένεμ, Ντομίνγκο Καβάγιο είχε να κάνει με τη νομισματική μεταρρύθμιση. Προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό συνέδεσε την ισοτιμία του πέσο με το δολάριο. Η αξιοπιστία του νομίσματος έτσι εξασφαλιζόταν και οι Αργεντίνοι είχαν τη δυνατότητα να ανταλλάσουν πέσο με δολάρια. Για να λειτουργήσει το σύστημα θα έπρεπε η κεντρική τράπεζα να είχε απόθεμα σε δολάρια όσο και το κυκλοφορούν χρήμα σε πέσο.
Τα αποτελέσματα ήταν θετικά στην αρχή. Χρήμα από το εξωτερικό άρχισε να εισρέει καθώς η χώρα εκμεταλλεύτηκε τη συμφωνία Μπρέιντι για αναχρηματοδότηση του χρέους της και το ΑΕΠ αυξήθηκε σε μόλις τρία χρόνια κατά 25%. Το 1995 η οικονομία της Αργεντινής δέχθηκε τους πρώτους κραδασμούς που απέδειξαν πόσο ευάλωτο ήταν το σύστημα του Καβάγιο και που είχε να κάνει με την κρίση στο Μεξικό. Ωστόσο η κρίση αυτή ξεπεράστηκε αλλά στα τέλη της δεκαετίας του 90 επανήλθε χειρότερη.
Το αμερικανικό νόμισμα άρχισε να ενισχύεται σημαντικά έναντι του ευρώ ενώ την ίδια στιγμή η Βραζιλία αντιμετώπισε οικονομική κρίση που προήλθε από τη Ρωσία και υποχρεώθηκε να υποτιμήσει το ρεάλ. Η Αργεντινή στη δεδομένη χρονική στιγμή δεν είχε τη δυνατότητα νομισματικών ελιγμών. Το αργεντίνικο πέσο είχε σταθερή ισοτιμία με το δολάριο, όχι όμως με το βραζιλιάνικο ρεάλ ούτε με το ευρώ. Και λοιπόν; θα αναρωτηθεί κανείς. Βραζιλία και Ευρώπη ήταν οι δύο μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι της Αργεντινής. Ξαφνικά οι εξαγωγές τις χώρας υπέστησαν καθίζηση αφού τα προϊόντα της έγιναν πλέον πανάκριβά.
Σας θυμίζει τίποτα αυτό; Φυσικά. Την παγίδευση της Ελλάδας σε ένα σκληρό νόμισμα από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει παρά μόνο με «ιδρώτα και αίμα».
Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή.
Ύφεση που οδήγησε σε απώλεια της εμπιστοσύνης των αγορών και πιστωτική ασφυξία, ένα ακόμη δάνειο ύψους 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το ΔΝΤ, πάγωμα καταθέσεων και περιορισμός των αναλήψεων και τελικά σπάσιμο της ισοτιμίας με το δολάριο. Κόλαση...
Στην ουσία ήταν σαν η χώρα να άλλαξε νόμισμα. Οι καταθέτες έχασαν τα τρία τέταρτα των χρημάτων τους αλλά το χειρότερο ήταν ότι οι επιχειρήσεις που είχαν δάνεια σε δολάρια ξαφνικά βρέθηκαν με ένα τεράστιο επιπλέον χρέος.
Αποτελέσματα λιτότητας
Οι πολιτικές λιτότητας (καλή ώρα σαν να λέμε Ελλάδα) πάγωσαν τις οικονομικές δραστηριότητες η ανεργία εκτοξεύτηκε στα ύψη φτάνοντας στο 21% και το ΑΕΠ μειώθηκε από το 1998 μέχρι το 2002 κατά 18%. Η ισοτιμία του πέσο από 1 προς 1 έπεσε σε 4 προς 1 και η χώρα βρέθηκε σε απομόνωση χωρίς πρόσβαση στις αγορές.
Το χρέος της Αργεντινής από το 1993 μέχρι το 1998 ανήλθε στο 41% από 29% του ΑΕΠ ενώ όταν επήλθε η χρεοκοπία είχε φτάσει στο 62% του ΑΕΠ, ποσοστό που συγκρινόμενο με το χρέος της Ελλάδας (κοντά στο 160%) μοιάζει εύκολα διαχειρίσιμο. Το ύψος του χρέους το 2001 έφτανε στα 102 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει χρέος 303 δισεκατομμύρια ευρώ (μετά το κούρεμα)
Το 1998 η Αργεντινή είχε φτάσει να δανείζεται με 10,5% πάνω από τα αμερικανικά επιτόκια Η Ελλάδα μπήκε στο μνημόνιο με το σπρέντ στο 7,1%.
Σε άρθρο του αυτήν την εβδομάδα στο Έθνος ο Γιώργος Δελαστίκ έγραψε ότι η πτώση του ΑΕΠ της Αργεντινής τη χρονιά της κρίσης ήταν 10,9% και μετά άρχισε η ανάκαμψη. Η πραγματικότητα διαφέρει λίγο γιατί η ύφεση είχε αρχίσει νωρίτερα. Το 2001 η ύφεση ήταν -4,4% δηλαδή σωρευτικά -15,3%. Αν προστεθεί σε αυτό το ποσοστό και η ύφεση στην περίοδο 1998 - 2000 (κάτι λιγότερο από 13%) φτάνουμε σε σωρευτική ύφεση σχεδόν -18% που είναι λίγο μεγαλύτερη από την ύφεση των τριών μνημονιακών χρόνων στη Ελλάδα και η οποία είναι κοντά στο -17%. Κατ αυτή την έννοια η κατάσταση μοιάζει κατά πολύ με την Αργεντινή.
Όχι τόσο στην ανεργία. Ακόμη και στο αποκορύφωμα της κρίσης η ανεργία στην Αργεντινή έφτασε μέχρι το 21,5% ενώ στην Ελλάδα σήμερα είμαστε κοντά στο 24%. Η εξέλιξη μάλιστα της ανεργίας στις δύο χώρες δείχνει ότι η καταστροφή των θέσεων εργασίας γίνεται με μεγαλύτερη ταχύτητα στη χώρα μας.
Η κατάσταση είναι διαφορετική πάντως όσων αφορά τη φτώχεια. Σήμερα η χώρα μας αν και έχει από τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας στην Ευρώπη (27,7% των Ελλήνων ζουν στα όρια της φτώχειας) δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτά που ακολούθησαν την πτώχευση της Αργεντινής.
Το 1998 το ποσοστό των Αργεντινών που ζούσε κάτω από αυτό το όριο ήταν 36%, το 1999 και το 2001, 37% και το 2003 εκτινάχθηκε στο 51,7% (στοιχεία indexmundi).
Έξοδος από την κόλαση
Μετά την επιστροφή στο «δικό της νόμισμα», ας το πούμε έτσι, η πορεία της Αργεντινής ήταν όντως εντυπωσιακή όπως περιγράφει και ο σεβαστός κ. Δελαστίκ και το οποίο σίγουρα θα είχε στο μυαλό του ο κ. Τσίπρας (και όχι όσοι πολιτικοί του αντίπαλοι του επιτέθηκαν) όταν είπε στη Βουλή όσα είπε.
Άποψη ωστόσο που είναι μονοδιάστατη και οδηγεί σε υπεραπλουστεύσεις.
Ας δούμε όμως πρώτα τα στοιχεία.
Μετά την πτώχευση η ανεργία στην Αργεντινή υποχώρησε γρήγορα φτάνοντας στο 7,7% το 2008.
Το ΑΕΠ αυξήθηκε ραγδαία λόγω της ανταγωνιστικότητας που έδινε ως πλεονέκτημα το υποτιμημένο πέσο. Το 2003 αυξήθηκε 8,8%, το 2004 9%, το 2005 9,2% και ούτω κάθε εξής ενώ πέρυσι είχε αύξηση μόνο 4,2%.
Αυτή προφανώς θα ήταν μία εξέλιξη που και η Ελλάδα θα ήθελε αλλά όπως είπαμε η Ελλάδα δεν είναι Αργεντινή.
Αν η Ελλάδα ακλουθούσε τον δρόμο της Αργεντινής θα αντιμετώπιζε πρώτον σοβαρό πρόβλημα επισιτισμού και για μία περίοδο η κατάσταση θα ήταν αφόρητη. Η Αργεντινή είναι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών, σόγιας και κρέατος στον κόσμο. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία η Αργεντινή παράγει τρόφιμα που αρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες 450 εκατομμυρίων ανθρώπων (11 φορές τον πληθυσμό της).
Ωστόσο η χώρα υπέφερε από πείνα και στις νότιες επαρχίες καταγράφηκαν εκατοντάδες θάνατοι. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία το 20% των παιδιών στην Αργεντινή στη δύσκολη περίοδο που ακολούθησε τη χρεοκοπία υπέφερε από υποσιτισμό. Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε ένα αντίστοιχο σενάριο στην Ελλάδα.
Επιπλέον η Αργεντινή έχει βαριά βιομηχανία, έχει δίπλα της μια τεράστια αγορά (τη Βραζιλία) που στηρίζει τις εξαγωγές της, έχει φυσικούς πόρους (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, μεταλλεύματα) και κάτι που ο κ. Τσίπρας φοβήθηκε να πει.
Ότι η Αργεντινή προχώρησε σε μονομερή παύση των πληρωμών. Ο τότε πρόεδρος της χώρας Νέστωρ Κίρχνερ ξεκίνησε διαπραγματεύσεις και πλήρωσε τους πιστωτές, 30 σέντς για κάθε δολάριο χρέους. Χαρακτηριστικός ο τίτλος του Reuters τότε: «Αργεντινή προς πιστωτές: κάντε μας μήνυση».
Από τα τότε χρέη έχει μείνει ένα υπόλοιπο κοντά στα 9 δισεκατομμύρια δολάρια που και αυτό η σημερινή κυβέρνηση προσπαθεί να διακανονίσει.
Μπορεί τελικά να γίνει σύγκριση μεταξύ Ελλάδας και Αργεντινής. Μετά τα παραπάνω ο αναγνώστης μπορεί να κρίνει.Για την ιστορία πάντως να αναφέρουμε ότι σήμερα, δέκα χρόνια μετά την κόλαση της πτώχευσης, η Αργεντινή είναι και πάλι σε κρίση.
Οι απόψεις στο blog μου είναι προσωπικές και
δεν εκφράζουν απαραίτητα αυτές των εργοδοτών μου.
Σάββατο, 22 Σεπτεμβρίου 2012 03:00
Μία ατυχής σύγκριση Ελλάδας και Αργεντινής
Written by Κώστας Πλιάκος Γράφτηκε για τον Τύπο της Κυριακής το Σεπτέμβρη του 2012 αλλά δεν δημοσιεύθηκε
Published in
Αναλύσεις
Tagged under