Προ ημερών ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας, πριν καλά καλά διαλυθούν οι καπνοί από τα δακρυγόνα εναντίον των συνταξιούχων στο κέντρο της Αθήνας, προανήγγειλε την απαγόρευση της χρήση των χημικών εναντίον εργαζομένων και συνταξιούχων. Ήταν μία από τις ...λίγες φορές που έχουν "καταργηθεί" τα δακρυγόνα στην Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση και μετά.
Ήταν άλλωστε και μέρος μιας παλαιότερης πρότασης που είχε θέσεις σε δημόσια διαβούλευση ο ΣΥΡΙΖΑ τον Σεπτέμβριo του 2014. Είχε προτείνει την κατάργηση των ΜΑΤ και την απαγόρευση της χρήσης δακρυγόνων. Τότε, απλώς, επρόκειτο για μια προωθημένη άποψη.
Στον ενάμιση χρόνο που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην κυβέρνηση, τα ΜΑΤ δεν καταργήθηκαν φυσικά, ούτε και τα δακρυγόνα. Το προ ημερών επεισόδιο με τους συνταξιούχους στην Ηρώδου Αττικού προφανώς και αποτελεί πλήγμα για την εικόνα της κυβέρνησης αλλά δεν είναι κάτι καινούργιο καθώς τα δακρυγόνα, εδώ και πολλά χρόνια, αποτελούν απαραίτητη συνοδευτική εικόνα της επικαιρότητας κάθε φορά που αυτή κορυφώνεται για διάφορους λόγους.
Μετά την μεταπολίτευση, η χρήση χημικών στις διαδηλώσεις ήταν σποραδικό φαινόμενο που βλέπαμε συνήθως στην επέτειο του Πολυτεχνείου σε περιοχές γύρω από τα Εξάρχεια ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στις καταλήψεις του Χημείου, σε κινητοποιήσεις πολιτών για θέματα τοπικού ενδιαφέροντος, (π.χ. χωματερές, κατασκευές βιομηχανικών μονάδων) ή σε γήπεδα και συγκρούσεις μεταξύ χούλιγκαν.
Σύντομη αναδρομή
Τον Ιανουάριο του 1991 καταγράφηκε η μεγαλύτερη φοιτητική κινητοποίηση μετά το Πολυτεχνείο (είχε προηγηθεί άλλη μία μικρότερη το 1987) με την Αθήνα και τις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας να πάλλονται από διαδηλώσεις φοιτητών και μαθητών. Η αφορμή για το μαζικό ξέσπασμα του μαθητικού και φοιτητικού κινήματος ήταν η δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα στην Πάτρα από μέλη της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας.
Με χιλιάδες κόσμο στους δρόμους, ήταν θέμα χρόνου να ξεκινήσουν επεισόδια και μετά από αρκετά χρόνια η Αθήνα και οι άλλες πόλεις να δουν τόσες ποσότητες δακρυγόνων να εκτοξεύονται κατά παντός και ενώ οι τέραστιες διαδηλώσεις απειλούσαν με κατάρρευση την τότε κυβέρνηση του Κων/νου Μητσοτάκη.
Στις 10 Ιανουαρίου του 1991, η χρήση δακρυγόνων στην Αθήνα ήταν τόσο εκτεταμένη, για τα δεδομένα της εποχής, που οδήγησε στην απώλεια του ελέγχου. Τραγική συνέπεια των επεισοδίων ήταν να τυλιχτεί στις φλόγες το κατάστημα Κάπα Μαρούσης στην Πανεπιστημίου, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τέσσερις άνθρωποι. Ποτέ δεν μάθαμε, επισήμως, αν η φωτιά προκλήθηκε από κροτίδα της αστυνομίας, ή από μολότοφ.
Τα δακρυγόνα στα επόμενα χρόνια θα μας “συντροφεύουν” όλο και περισσότερο. Θα πρέπει να είναι ελάχιστοι οι Αθηναίοι που ζουν ή εργάζονται στο κέντρο και δεν έχουν νιώσει έστω και μια φορά το χαρακτηριστικό κάψιμο στο λαιμό και στα μάτια από τα χημικά.
Άδειασαν οι αποθήκες
Και φτάνουμε στον Δεκέμβριο του 2008 όπου μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια, καίγεται κυριολεκτικά η Αθήνα. Οι κινητοποιήσεις και τα επεισόδια διαρκούν περίπου δυο εβδομάδες όπου η χρήση χημικών ξεπερνά κάθε προηγούμενο. Στην κυριολεξία αδειάζουν οι αποθήκες τις αστυνομίας και γίνονται επείγουσες παραγγελίες από το εξωτερικό.
Αστυνομική πηγή θα πει στο CNN Greece ότι τότε έγινε πιθανότατα και χρήση ληγμένων χημικών ενώ στις καταγγελίες, το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ με δήλωσή του προς την εφημερίδα «Τα Νέα» είχε πει απλώς ότι “τα ληγμένα δακρυγόνα δεν βλάπτουν την υγεία αλλά αντίθετα έχουν χάσει τη δραστικότητά τους”. Η πρώτη φορά ωστόσο που ακούσαμε για ληγμένα δακρυγόνα ήταν στο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο του Μαρτίου του 2007.
Ένα χρόνο μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, το σκηνικό στο κέντρο της Αθήνας επαναλαμβάνεται και ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης υπόσχεται κάτι που ξέρει ότι δεν μπορεί να εφαρμόσει. Αναγγέλλει, λοιπόν, απαγόρευση των χημικών για την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων, αλλά η Ελλάδα έχει μπει ήδη στην κρίση και σε λίγο καιρό τα δακρυγόνα θα είναι καθημερινή υπόθεση για το κέντρο της Αθήνας και άλλων μεγάλων πόλεων της χώρας.
Η σπουδή της αστυνομίας μάλιστα να θεωρεί ότι κάθε κινητοποίηση απειλεί με κατάλυση του κράτος, οδηγεί σε φαιδρότητες όπως στο να ψεκάζονται με δακρυγόνα τυφλοί που έκαναν διαδήλωση, τον Μάρτιο του 2010, ανάπηροι, τον Δεκέμβριο του 2014, ή ο Μανώλης Γλέζος το Μάρτιο του 2010.
Μετά τον ψεκασμό του Μανώλη Γλέζου ο τότε υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, Σπύρος Βούγιας επαναλαμβάνει την δέσμευση του πολιτικού του προϊστάμενου Μιχάλη Χρυσοχοΐδη λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν μπορούμε να σας δώσουμε συγκεκριμένη ημερομηνία κατάργησης της χρήσης των χημικών στις διαδηλώσεις, αλλά αυτό θα γίνει σύντομα στους επόμενους μήνες, όταν οι αρμόδιοι βρουν εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των περιστατικών βίας που ξεφεύγουν του πλαισίου των διαδηλώσεων και αποσκοπούν κυρίως στην καταστροφή».
Η κατάργηση όχι μόνο δεν έγινε αλλά όσο κλιμακώνονταν οι διαδηλώσεις και ξεκινούσαν τα κινήματα των πλατειών, η χρήση των χημικών γινόταν ολοένα και πιο έντονη, με αποτέλεσμα το καλοκαίρι του 2011, να ξαναδειάσουν οι αποθήκες τις ΕΛ.ΑΣ και να γίνονται επείγουσες παραγγελίες.
Στις ημέρες των Αγανακτισμένων το 2011 όταν ψηφιζόταν το μεσοπρόθεσμο ρίχθηκαν χιλιάδες χημικά και βομβίδες κρότου λάμψης. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Real News» τότε, “την Τετάρτη 29 Ιουνίου τα ΜΑΤ κατανάλωσαν 2.200 βομβίδες χημικών και κρότου λάμψης και την Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011 το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας παράγγειλε 10 χιλιάδες τεμάχια δακρυγόνων αξίας 900.000 ευρώ.”
"Ξαναρχίζει η απαγόρευση των χημικών...”
Για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως η καταστολή των κινητοποιήσεων είναι, από πολιτικής άποψης, μια δυσάρεστη κατάσταση. Αυτό φάνηκε και από την πιο πρόσφατη εντολή ...κατάργησης των χημικών στις διαδηλώσεις εργαζομένων και συνταξιούχων.
“Σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει εντολή και το ερώτημα είναι με ποιόν τρόπο θα περιφρουρήσεις την εντολή” , λέει στο CNN Greece o κ. Βασίλης Ντούμας, πρόεδρος του σωματείου ειδικών φρουρών.
Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν υπάρχει καταστολή χωρίς συνέπειες. Κατά περίπτωση ίσως θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μέθοδοι που θα αποτρέψουν τη σύγκρουση αλλά δεν υπάρχει ηπιότερος τρόπος από τα δακρυγόνα. Πιστεύω ότι η απαγόρευση των δακρυγόνων σε διαδηλώσεις θα γυρίσει μπούμερανκ. Κάποια στιγμή θα έχουμε και πάλι εντάσεις με συνταξιούχους ή εργαζόμενους. Τι θα κάνει τότε η αστυνομία. Θα χρειαστεί και πάλι να χρησιμοποιήσει χημικά και τότε τι θα γίνει; Η αστυνομία θα πρέπει ένα έχει ένα επιχειρησιακό σχέδιο το οποίο δεν μπορεί να αλλάζει ανάλογα με τις κυβερνήσεις”.
Οι διεθνείς συνθήκες και τα χημικά
Η απόφαση 2603 του ΟΗΕ για την απαγόρευση των χημικών όπλων συμπεριλαμβανομένων και των δακρυγόνων για πολεμική χρήση ψηφίστηκε από 80 χώρες το 1969. Από τον κατάλογο των χωρών έλλειπε η Ελλάδα.
Επίσης το 1997 τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη του ΟΗΕ για τα χημικά όπλα την οποία υπέγραψαν 192 χώρες και η οποία επίσης απαγορεύει την χρήση «παραγόντων» για τον έλεγχο των ταραχών σε πολεμικές επιχειρήσεις. Η Ελλάδα το ψήφισε. Το άρθρο 2 στην παράγραφο 7 αναφέρει συγκεκριμένα και χαρακτηρίζει ως “παράγοντες για τον έλεγχο των ταραχών” κάθε χημικό “που μπορεί να προκαλέσει στους ανθρώπους ερεθισμό των αισθητηρίων οργάνων και να καταστήσει ανίκανες σωματικές λειτουργίες, αποτελέσματα τα οποία εξαφανίζονται σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την λήξη της έκθεσης”.
Φυσικά όπως έχει αποδειχθεί και βλέπουμε καθημερινά, οι αστυνομίες στον κόσμο χρησιμοποιούν εκτεταμένα, διαφόρων ειδών χημικά για τη διάλυση ταραχών, διαδηλώσεων κ.λπ.
Η ιδέα ότι τα χημικά όπλα απαγορεύονται στους πολέμους αλλά επιτρέπονται στις κοινωνικές ταραχές, είναι κάπως παράδοξη και ακυρώνει στην πράξη την απόφαση του ΟΗΕ και εκθέτει τις χώρες τις οποίες υπέγραψαν τη συγκεκριμένη συνθήκη.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη τα δακρυγόνα χρησιμοποιούνται ευρέως μαζί, όμως, με άλλες μορφές καταστολής (κλομπ και πλαστικές σφαίρες) και τεχνικές διάλυσης των διαδηλώσεων. Στη Βρετανία για παράδειγμα γίνεται εκτεταμένη χρήση πλαστικών σφαιρών. Στην Ελλάδα οι πλαστικές σφαίρες ξεκίνησαν να χρησιμοποιούνται το Δεκέμβριο του 2008 επί Γρηγορόπουλου και δεν έχει γίνει γνωστό αν έχουν ξαναχρησιμοποιηθεί από τότε.
Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες χρησιμοποιούνται δακρυγόνα όμως η αστυνομία είναι πολύ πιο σκληρή στις υπόλοιπες μεθόδους», θα πει ο κ. Ντούμας. Οι αντλίες νερού χρησιμοποιούνται πολύ πιο εκτεταμένα αλλά τα δακρυγόνα ουδέποτε καταργήθηκαν. Το 2008 η ιταλική αστυνομία ανακοίνωσε ότι προτίθεται να καταργήσει τα δακρυγόνα στις διαδηλώσεις αλλά έμεινε στην ανακοίνωση. Να υπενθυμίσουμε ότι πριν μερικούς μήνες η Νάπολη πνίγηκε στα δακρυγόνα κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων με αφορμή την επίσκεψη του πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι στην πόλη.
Στο Βέλγιο όπου γίνονται συχνά διαδηλώσεις το τελευταίο διάστημα, η αστυνομία χρησιμοποιεί κυρίως νερό αλλά δεν λείπουν και τα χημικά. Όσο για τη Γαλλία είναι πολύ πρόσφατες οι εικόνες από τις πολυήμερες διαδηλώσεις για την εργασιακή μεταρρύθμιση, όπου έπεσαν χιλιάδες δακρυγόνα πάντα σε συνδυασμό με εκτόξευση νερού με μάνικες.
Υπάρχει άραγε προοπτική να καταργηθούν τα χημικά ή είναι “η ηπιότερη μορφή αντίδρασης σε όλη την Ευρώπη” όπως είχε πει και ο πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη Χρήστος Παπουτσής;
Μεγαλύτερος ο κίνδυνος με το νερό
“Το κλομπ είναι πολύ πιο επικίνδυνο, όπως επίσης και οι αντλίες νερού”, μας λέει ο κ. Ντούμας. Η αντλία μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερους τραυματισμούς. Επίσης είναι δυσκίνητη χρειάζεται πάντα υποστήριξη από διμοιρίες και δίνει κακή εικόνα επικοινωνιακά. Φαντάζεστε να γινόταν χρήση νερού με τους συνταξιούχους πόσο άσχημη εικόνα θα δινόταν. Η εντολή αυτή τη στιγμή είναι για πολύ περιορισμένη χρήση και μόνο όταν κρίνεται απολύτως αναγκαίο. Έχει γίνει σημαντική εκπαίδευση και οι ομάδες καταστολής έχουν αποκτήσει εμπειρία από τις διαδηλώσεις των τελευταίων χρόνων.”
'Ενας άλλος τρόπος για την αντιμετώπιση των διαδηλωτών είναι αυτός που εφαρμόζει η Ισπανία, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με την καταστολή αλλά εμπλέκει και τη Δικαιοσύνη με νόμους που αγγίζουν τα όρια της συνταγματικότητας, όπως έχει καταγγελθεί. Η καταστολή που ζουν οι Ισπανοί στους δρόμους είναι ίσως η πιο σκληρή σε όλη την Ευρώπη. Το 2014 ψηφίστηκε ο “νόμος φίμωτρο”, όπως έμεινε στην ιστορία, που δεν έχει να κάνει μόνο με την καταστολή αλλά στόχο έχει – άσχετα αν δεν το λέει ευθέως – να αποτρέψει τον κόσμο να βγει στους δρόμους για να διαδηλώσει.
Για παράδειγμα μερικά από τα ακραία άρθρα του νόμου προβλέπουν: Η ειρηνική ανυπακοή στις αρχές τιμωρείται με πρόστιμο από 600 έως 30.000 ευρώ , η διεξαγωγή συγκεντρώσεων ή συναντήσεων σε δημόσιο χώρο από 100 έως 600 ευρώ , η παρακώλυση ή αποτροπή έξωσης από 600 έως 30.000 ευρώ , νομιμοποίηση και καθιέρωσης "μαύρης λίστας" για διαδηλωτές και ακτιβιστές. Η κυβέρνηση μπορεί να αποτρέπει οποιαδήποτε διαμαρτυρία κατά βούληση εάν εκτιμά ότι διαταράσσεται η τάξη και άλλα πολλά. Επίσης, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες γίνονται πολλές συλλήψεις και η ποινές αυξάνονται ανάλογα με το πόσες φορές έχει συλληφθεί κάποιος.
Θα μπορούσαν οι συλλήψεις να είναι τρόπος καταστολής ή καλύτερα, ο φόβος της σύλληψης να αποτρέπει την παραβατικότητα ώστε να μην χρειάζεται η καταστολή;
Στην Ελλάδα δεν μπορούν να γίνουν συλλήψεις εύκολα πλέον”, λέει ο κ. Ντούμας. “Τις συλλήψεις τις έκανε η ομάδα Δ η οποία όμως καταργήθηκε. Οι διμοιρίες των ΜΑΤ δεν μπορούν να κάνουν συλλήψεις γιατί είναι τέτοια η φύση της επιχειρησιακής τους δράσης. Δεν μπορούν να απομακρυνθούν από το σημείο που είναι και δεν είναι ευέλικτοι. Η ομάδα Δ λειτουργούσε αποτρεπτικά γιατί έκανε συλλήψεις. Εναλλακτικοί τρόποι για την καταστολή δεν υπάρχουν. Η καταστολή πάντα δημιουργεί προβλήματα και στόχος είναι να γίνεται κατά το δυνατό ηπιότερη. Και τα δακρυγόνα είναι η πιο ήπια μορφή. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως μπορεί να λειτουργήσει η διπλωματία όπως για παράδειγμα με τους συνταξιούχους προχθές. Αν την ώρα της έντασης υπήρχε ένας διαπραγματευτής που θα προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο μέχρι να ατονήσει η συγκέντρωση ίσως να είχαμε αποφύγει τα δακρυγόνα. Αυτές όμως είναι ειδικές περιπτώσεις”.
Εν κατακλείδι, ό,τι και να έχουν πει κατά καιρούς οι υπουργοί, η καταστολή θα παραμένει κύριο συστατικό του κράτους, με δακρυγόνα ή χωρίς. Φέτος δημοσιεύθηκε μια μελέτη για την χρήση δακρυγόνων στις χώρες μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Μπέρνμαουθ και βασίστηκε σε στοιχεία της Διεθνούς Αμνηστίας, του Ευρωπαϊκού Κέντρου Δικαιωμάτων της Ρώμης, και της Human Rights Watch.
Στην περίοδο 2006 με 2016 η χώρα με τους περισσότερους τραυματισμούς από δακρυγόνα ήταν η Τουρκία, περίπου 4.800.