Το 1956 ο πρόεδρος της Βραζιλίας Γιουσελίνο Κούμπιτσεκ θα διακήρυττε δημοσίως, «Είμαι ένας καντάνγκο» (στα πορτογαλικά σημαίνει μετανάστης εργάτης). Η δήλωση δεν προκάλεσε έκπληξη σε κανέναν. Λίγους μήνες νωρίτερα, είχε δημιουργήσει σάλο με την απόφασή του να μεταφέρει την πρωτεύουσα από το Ρίο ντε Τζανέιρο στην ενδοχώρα και σε περιοχή που μέχρι τότε ήταν δάσος.
Έτσι ξεκίνησε να χτίζεται από το μηδέν η φουτουριστική Μπραζίλια, η πιο μοντέρνα πόλη της εποχής, που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζει με την πολεοδομική της τελειότητα και το μεταμοντέρνο αρχιτεκτονικό της στιλ.
Ο Κούμπιτσεκ, πάτησε πάνω σε ένα άρθρο του συντάγματος της Βραζιλίας από το 1891 που έλεγε ότι η πρωτεύουσα θα πρέπει να μετακινηθεί προς το κέντρο της χώρας και αντιμετώπισε σθεναρή αντίσταση από την αντιπολίτευση και από μερίδα του πληθυσμού.
Για να πραγματοποιήσει το όραμά του, στηρίχθηκε σε δυο χαρισματικούς ανθρώπους τον πολεοδόμο Λούσιο Κόστα και τον αρχιτέκτονα Όσκαρ Νιμάγιερ.
Το σχέδιο του Κόστα ήταν απλό και βασιζόταν στη δημιουργία δύο κεντρικών αξόνων που θα τέμνονται. Στον ένα άξονα θα χτίζονταν τα κυβερνητικά κτίρια και στον άλλο άξονα οικονομικά τετράγωνα για κατοικίες.
Ο Νιμάγιερ είχε το ελεύθερο να δημιουργήσει πρωτοποριακά κτίρια, που ακόμη και σήμερα παραπέμπουν στο μέλλον.
Το τεράστιο έργο απαιτούσε και τεράστιο εργατικό δυναμικό. Το 1959 υπολογίζεται ότι 30.000 εργάτες (καντάνγκος) από όλη τη Βραζιλία εργάζονταν στα εργοτάξια της πόλης όντας παράλληλα και οι πρώτοι της κάτοικοι. Οι περισσότεροι παρέμειναν και μετά τα εγκαίνια το 1960. Το παράδοξο είναι ότι μετά το τέλος των εργασιών μετακινήθηκαν στην περίμετρο καθώς τα σπίτια που είχαν χτίσει με τα χέρια τους ήταν υπερβολικά ακριβά για την τσέπη τους. Ο Κούμπιτσεκ εγκαινίασε τη νέα πρωτεύουσα της οποίας το κόστος κατασκευής έφτασε τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια, το 1960. Από τότε έχουν εγκατασταθεί εκεί, η κυβέρνηση τα υπουργεία η ανώτατη δικαστική αρχή, και οι ξένες πρεσβείες.
Όπως όλες οι πόλεις με ιδιαίτερη προσωπικότητα η Μπαζίλια προκαλεί αισθήματα μίσους και λατρείας ταυτόχρονα. Για κάποιους η μεταφορά της πρωτεύουσας ήταν μια καθαρή τρέλα αλλά για κάποιους άλλους μια κίνηση που θα έδινε αξία σε ολόκληρη τη χώρα που μέχρι τότε απολάμβαναν μόνο οι παραλιακές μεγαλουπόλεις.
Για τα 3,5 εκατομμύρια των κατοίκων της δεν υπάρχει άλλη πόλη πιο ήρεμη και ειρηνική αν και οι πολιτικοί δεν βλέπουν την ώρα να φτάσει το σαββατοκύριακο για να επιστρέψουν στο τόπο καταγωγής τους. Η Μπραζίλια σήμερα είναι η πιο «πράσινη» πόλη της χώρας, με τους υψηλότερους δείκτες διαβίωσης και το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Ο εορτασμός για τα 50 χρόνια της ωστόσο συμπίπτει με τη σοβαρότερη πολιτική κρίση που αντιμετωπίζει η τοπική κυβέρνηση, της οποίας μέλη εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς.
Δημοσιεύθηκε στον Ελεύθερο Τύπο 24-04-2010