Και μόνο η οικογενειακή καταγωγή της Μαρίνας Βαλιέρι υπόσχεται μια συναρπαστική αφήγηση. Γεννημένη το 1932, μικρανηψιά του Κωνσταντίνου Καβάφη, κόρη της αγαπημένης ανιψιάς του ποιητή Χαρίκλειας, έζησε μια ζωή περιπετειώδη με την ακμή και την παρακμή που είχαν πολλές οικογένειες της ελληνικής αριστοκρατίας της Αιγύπτου.
Αίγυπτος, Γαλλία, Κύπρος, Ελλάδα, ξανά Αίγυπτος και τελικά ξανά στην Ελλάδα, η Μαρίνα Βαλιέρι έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της στη Μυτιλήνη. Στη Μυτιλήνη την οποία η αριστοκρατική οικογένεια Καβάφη σνόμπραρε - πως λέει η Βαλιέρι - θεωρώντας ότι οι άνθρωποι της δεν ταιριάζουν στην αριστοκρατική τάξη της. Η ιστορία ωστόσο παίζει περίεργα παιχνίδια καμία φορά, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές τάξεις.
Συναντήσαμε την Μαρίνα Βαλιέρι στο σπίτι της στον Παπάδο της Μυτιλήνης όπου ζει με την κόρη της, σε προχωρημένη ηλικία μεν αλλά με εκπληκτική διαύγεια και αριστοκρατικούς τρόπους να διαβάζει ένα αγγλικό βιβλίο.
“Μιλάτε ξένες γλώσσες;” θα με ρωτήσει.
-Βεβαίως. Άλλωστε το απαιτεί και η δουλειά μου, θα της απαντήσω.
“Α, ωραία” θα πει με ικανοποίηση σαν η απάντησή μου να ήταν τα διαπιστευτήρια για να περάσει λίγη ώρα μαζί μου.
-Ξέρετε η γλώσσα που μιλάω καλύτερα είναι τα αγγλικά.
Γεννήθηκα στο Παρίσι. Οι γονείς μου ήταν πλούσιοι, όχι εκατομμυριούχοι, αλλά είχαν χρήματα και ζούσαμε καλά. Μέχρι οκτώ χρονών ζούσα μια πλούσια ζωή. Μοναχοκόρη, αρκετά χαϊδεμένη, με Αγγλίδες γκουβερνάντες... είχα τα πάντα.
Μετά στη Γαλλία έγινε η κατοχή και οι γονείς μου έκαναν το λάθος να μην φύγουν όταν μπήκαν οι Γερμανοί. Ο πατέρας μου πίστευε ότι ο γαλλικός στρατός ήταν ανίκητος. Ο γαλλικός στρατός νικήθηκε σε τριάντα μέρες.
Μας συνέλαβαν στο Μπιαρίτζ, μια πόλη κοντά στα γαλλοισπανικά σύνορα.
Αν είχαμε φύγει εγκαίρως θα είχαμε γλυτώσει. Η απόσταση ήταν μόλις τρεις ώρες με το αυτοκίνητο για να περάσουμε στην Ισπανία. Δεν προλάβαμε και περάσαμε τέσσερα χρόνια φτώχειας και πείνας στη Γαλλία.
Τα λεφτά μας ήταν στην Αίγυπτο και τα σύνορα πλέον είχαν κλείσει. Στη Γαλλία δεν είχαμε τίποτα. Ήμασταν ταξιδιώτες σε νοικιασμένο σπίτι.
Αρχικά πουλήσαμε τα κοσμήματα, μετά τα κρύσταλλα, μετά τα σεντόνια, μετά τα παιχνίδια μου, πουλήσαμε τα πάντα. Πουλήσαμε τις κουβέρτες και ο πόλεμος τελείωσε λίγο πριν αναγκαστούμε να πουλήσουμε τα βιβλία μου.
Και τι έγινε μόλις τελείωσε ο πόλεμος. Δεν επιδιώξατε να ξανασμίξετε με την οικογένεια Καβάφη;
Τέλειωσε ο πόλεμος, αλλά δεν μπορούσαμε να πάμε στην Αίγυπτο. Είχαν αλλάξει του νόμους. Δεν μπορούσαμε να πάμε στην Αγγλία και πήγαμε στην Κύπρο. Στην Κύπρο καταφέραμε και πήραμε κάποια λεφτά από την Αίγυπτο. Μείναμε σε ακριβό ξενοδοχείο στην αρχή, νοικιάσαμε ένα σπίτι μετά, πήραμε μια υπηρέτρια, είχαμε χάσει το αυτοκίνητο, κυκλοφορούσαμε με ταξί... περάσαμε καλά.
Ο πατέρας μου ήταν υποδιευθυντής τράπεζας. Όταν παντρεύτηκε με τη μητέρα μου έφυγε από την τράπεζα και μετά ζήσαμε με τα εισοδήματα της περιουσίας του. Η μητέρα μου είχε ακόμη μεγαλύτερη περιουσία. Η μητέρα μου, Χαρίκλεια ήταν η κόρη του Αριστείδη Καβάφη αδερφού του Κωνσταντίνου.
Τι σας έλεγε η μητέρα σας για τον θείο της;
Η μαμά μου για την θείο της τον Κωνσταντίνο έλεγε ότι ήταν άνθρωπος που κοίταζε πολύ το συμφέρον του, ήταν ρήτορας, πολύ μορφωμένος. Η γλώσσα που μιλούσε κανονικά ήταν τα αγγλικά. Τα ελληνικά τα έμαθε μετά και τα μιλούσε όπως τα μιλούσαν οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας.
Ο Καβάφης είχε δύο ανιψιές. Τη μαμά μου και την Ελενίτσα την κόρη του αδερφού του Αλέξανδρου. Η μαμά μου ήταν η αγαπημένη του ανιψιά και ήταν αδικία...
-Γιατί;
“Γιατί ο Καβάφης ήταν σνομπ, μου έλεγε η μητέρα μου. Η μητέρα της Ελενίτσας ήταν από την Μυτιλήνη και μόλις το άκουσε ο Καβάφης σήκωσε τη μύτη. Η οικογένεια Καβάφη θεωρούσε ότι ο οι Μυτιληνιοί ήταν κατώτερης τάξης άνθρωποι.
Η γιαγιά μου αντίθετα που παντρεύτηκε τον αδερφό του Κωνσταντίνου, τον Αριστείδη, ήταν από τη Χίο και έγινε αποδεκτή. Βλέπεις στη Χίο ήταν εφοπλιστές και επίσης μιλούσαν ξένες γλώσσες. Επιπλέον η γιαγιά μου, Μαρία Βούρου, ήταν από μία αριστοκρατική οικογένεια της Χίου αν και ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν κρίμα για την Ελενίτσα να την σνομπάρει η οικογένεια γιατί ήταν μια πολύ καλή γυναίκα. Με τη μητέρα μου, ήρθαν πολύ κοντά, κι όταν η μητέρα μου αρρώστησε με καρκίνο η Ελενίτσα της στάθηκε πολύ.”
Έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά για τη σχέση του Κωνσταντίνου Καβάφη με τον Αλέκο Σεγκόπουλο. Το μυστικό της σχέσης των δύο ανδρών έμεινε καλά κρυμμένο από την οικογένεια Καβάφη και ούτε η αλληλογραφία του ποιητή με τον προστατευόμενο του μπορεί να ρίξει φως στην ιστορία, παρά μόνο να δώσει τροφή για εικασίες. Εραστής, νόθος γιος, ή νόθος ανιψιός, ο Σεγκόπουλος έμεινε ως το τέλος της ζωής του ποιητή δίπλα του και ήταν ο μοναδικός κληρονόμος του.
Ο Καβάφης είχε έναν προστατευόμενο, τον Αλέκο Σεγκόπουλο. Λέγονται πολλά για τη σχέση των δύο αντρών. Πείτε μου τι θυμάστε εσείς από τις διηγήσεις εντός της οικογένειας;
“Θα σας πω την αλήθεια όπως την ξέρω.”
Την ξέρετε από την αλληλογραφία που υπάρχει ή μέσα από την οικογένεια;
“Την έχω ζήσει. Ο Καβάφης όπως όλοι ξέρουν έχει ιδιαίτερη φήμη για τις προτιμήσεις του, όχι όμως όσο ήταν νέος. Ίσως να είχε και τις δύο πλευρές.”
“Στο σπίτι της οικογένειας δούλεψε στην υπηρεσία της μητέρας του Καβάφη μια νεαρή κοπέλα. Κάποια στιγμή αυτή έμεινε έγκυος. Ήταν πολύ επικίνδυνο τότε να μείνει έγκυος μια φτωχή κοπέλα από τον γιο μιας πλούσιας οικογένειας, που μάλιστα έχει και καλές σχέσεις με τον σουλτάνο. Τότε η οικογένεια είχε φύγει για λίγο καιρό από την Αλεξάνδρεια λόγω της εξέγερσης κατά των Άγγλων και είχε πάει στην Κωνσταντινούπολη όπου είχε συγγενείς.
Η κοπέλα λοιπόν έφυγε από την πόλη. Το τι έγινε αμέσως μετά δεν ξέρω αλλά χρόνια μετά εμφανίστηκε στην Αλεξάνδρεια με το παιδί. Κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν ο πατέρας του παιδιού. Το όνομά του ήταν Αλέκος, όπως λεγόταν ένα από τα αδέρφια του Κωνσταντίνου.
Ο Σεγκόπουλος και ο Καβάφης ήταν πολύ στενοί φίλοι. Είχαν σχεδόν είκοσι χρόνια διαφορά. Ο κόσμος βέβαια μουρμούριζε στην Αλεξάνδρεια.
Όταν ο Σεγκόπουλος παντρεύτηκε, ο Καβάφης πήρε στο σπίτι του ως προστατευόμενους του το ζευγάρι. Όταν πέθανε ο Καβάφης άφησε τον Σεγκόπουλο μοναδικό κληρονόμο του.
Κάποια πράγματα όπως ήταν περίεργα, όπως τα ξέρω από διηγήσεις.
Όταν πέθανε ο Καβάφης σε νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας, ο Σεγκόπουλος ήταν παρόν. Έπεσε στο κρεβάτι, έκλαιγε και φώναζε “πατέρα μου, πατέρα μου”.
Όταν ο Σεγκόπουλος μιλούσε για τον Καβάφη, έλεγε “ο γέρος μου”. Η μητέρα μου, ως αριστοκράτισσα, θεωρούσε ότι αποκαλώντας τον έτσι δεν έδειχνε σεβασμό, αλλά ήταν μια χαρακτηριστική λαϊκή έκφραση όταν μιλούσε κάποιος για τον πατέρα του.
Όταν ήρθαμε στην Ελλάδα, ο Σεγκόπουλος ήρθε να μας συναντήσει γιατί με την μητέρα μου είχε καλές σχέσεις. Τον είχα δει και εγώ κάποιες φορές, λίγο πριν το θάνατό του. Πέθανε από την ίδια αρρώστια που πέθανε ο Καβάφης. Καρκίνο στο λάρυγγα. Σύμπτωση;
Μπροστά μου η μητέρα μου τον ρώτησε: “Πείτε μου Αλέκο, είσαι ο γιος του θείου μου;” Και αυτός απάντησε: “Χαρίκλεια, δεν ξέρω”.
Είναι δυνατό να απαντήσεις “δεν ξέρω”. Λες “όχι” ή “ναι”.
Τέλος, ο Σεγκόπουλος έμοιαζε πάρα πολύ στην Καβάφη. Η μητέρα μου, μου είχε πει “είναι το νόθο παιδί του” αλλά η δεύτερη γυναίκα του Σεγκόπουλου ποτέ δεν το παραδέχθηκε.
Η Μαρίνα Βαλιέρι, ακολούθησε τη μοίρα των περισσοτέρων απογόνων της οικογένειας Καβάφη, που μετά τον θάνατο του “Πατριάρχη της” σκόρπησε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Περνώντας δια πυρός και σιδήρου και ζώντας μερικά από τα μεγαλύτερα γεγονότα του δεύτερου μισού του περασμένου αιώνα βρέθηκε στη Μυτιλήνη όπου ζει μέχρι σήμερα.
Η οικογένεια σνόμπαρε τους Μυτιληνιούς αλλά εσείς τελικά βρεθήκατε στη Μυτιλήνη. Πως έγινε αυτό;
Κληρονόμησα περιουσία από μια γιαγιά μου που ήταν Μυτιληνιά. Ευτυχώς η οικογένεια δεν το ήξερε. Ο πατέρας μου ήταν από την Κεφαλλονιά και είχε ενετική καταγωγή όπως μπορεί να καταλάβει κανείς και από το όνομα Βαλιέρι. Μετά το γάμο η μητέρα μου έμαθε ότι η πεθερά της ήταν από την Μυτιλήνη αλλά ήταν αργά... (γέλια).
Όσο μπορούσε “έθαψε” αυτό το μυστικό της οικογένειας κάτι το οποίο βέβαια ήταν μια ανοησία γιατί η γιαγιά μου ήταν από μια από τις μεγαλύτερες οικογένειες του νησιού. Δεν ήταν οικογένεια που μπορούσες να τους περιφρονήσεις.
Μετά την Κύπρο πήγαμε στην Αλεξάνδρεια αλλά τότε έγιναν τα γεγονότα επί Νάσερ και ξαναγίναμε πρόσφυγες. Δεν μπορούσαμε να μείνουμε γιατί δεν είχαμε κάνει τα χαρτιά μας νωρίτερα. Ήρθαμε στην Μυτιλήνη όπου υποτίθεται ότι είχαμε μεγάλη περιουσία αλλά είχαμε και χρέη προς το δημόσιο και τελικά το μόνο που έμεινε ήταν 500 ελαιόδεντρα.
Όταν ήμουν σαράντα ενός ετών είχα πρόβλημα υγείας και πήγα σε ένα γιατρό στην Αθήνα ο οποίος μου είπε ότι είχα καρκίνο. Αποφάσισα να πάω στην Αγγλία και εκεί ο γιατρός που με είδε μου είπε ότι δεν έχω τίποτα. Απλά ήμουν έγκυος στην κόρη μου. Γέννησα στην Αγγλία και επέστρεψα στη Μυτιλήνη. Όλοι μου έλεγαν ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα το ότι δεν ήμουν παντρεμένη αλλά μπορείτε να φανταστείτε τι σήμαινε τότε για την επαρχία μια γυναίκα με εξώγαμο παιδί. Δεν ήμουν πολύ ευχαριστημένη, αλλά έγινε τι να έκανε. Πέρασα δύσκολα αλλά μπορώ να πω ότι είμαι ευχαριστημένη από τη ζωή μου.
Η περιπετειώδης ζωή της Μαρίνας Βαλιέρι, αποτυπώθηκε πριν από επτά χρόνια στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Σίμου Κορεξενίδη σε έρευνα της Βαρβάρας Γκιγκιλίνη “Μαρίνα Βαλιέρι. Η μικρή ανιψιά του Καβάφη” https://www.youtube.com/watch?v=MJX49Ks8nF8