Στις 20 Ιουλίου του 1974 ο τουρκικός στρατός ξεκίνησε να βομβαρδίζει το αεροδρόμιο και σχεδόν αμέσως ξεκίνησε την προσπάθεια κατάληψής του. Καταδρομείς της Εθνικής Φρουράς είχαν σχηματίσει μια ζώνη ασφαλείας περιμετρικά του αεροδρομίου και πολύ σύντομα ξεκίνησαν μάχες σχεδόν σώμα με σώμα. Την επόμενη, η χούντα της Αθήνας αποφάσισε να στείλει την Α΄μοίρα καταδρομών που είχε έδρα στην Κρήτη, για ενίσχυση της Εθνικής Φρουράς.
Η επιχείρηση έλαβε την κωδική ονομασία «Νίκη» η οποία χαρακτηρίστηκε ως αποστολή αυτοκτονίας. Δεκαπέντε αεροπλάνα Noratlas απογειώθηκαν από τη Σούδα εκ των οποίων 13 έφτασαν στην Κύπρο. Τα δυο για δήθεν τεχνικούς λόγους προσγειώθηκαν στη Ρόδο. Τρία από τα δεκατρία αεροπλάνα χτυπήθηκαν από φίλια πυρά και ένα εξ αυτών καταρρίφθηκε με αποτέλεσμα το θάνατο 4 αεροπόρων και 26 καταδρομέων.
Μέρος του εσωτερικού του αεροδρομίου
Στις 23 Ιουλίου, το τουρκικό πεζικό επιχειρεί να καταλάβει το αεροδρόμιο. Οι μάχες μεταξύ τουρκικών και ελληνικών δυνάμεων ήταν ιδιαίτερα σκληρές με τις ελληνικές δυνάμεις να απωθούν τους Τούρκους. Ο Διοικητής των δυνάμεων του ΟΗΕ στρατηγός Prem Chand, διέταξε την UNFICYP να αναλάβει το αεροδρόμιο, κηρύσσοντάς το Προστατευόμενη Περιοχή των Ηνωμένων Εθνών.
Τα κεντρικά γραφεία των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη έδωσαν την άμεση έγκριση και με τη συμφωνία των τοπικών στρατιωτικών διοικητών και των δύο πλευρών, στρατεύματα της UNFICYP (από τον Καναδά, τη Φινλανδία, τη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο) κατέλαβαν το αεροδρόμιο. Με την εκεχειρία που υπογράφηκε στις 16 Αυγούστου 1974, ο αερολιμένας Λευκωσίας έγινε μέρος της Ελεγχόμενης Ζώνης των Ηνωμένων Εθνών που χωρίζει τις δύο κοινότητες στο νησί και έκτοτε δεν λειτουργεί.
Εγκαταλειμμένο αεροσκάφος στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας
Ο χρόνος άφησε τα σημάδια του στο κτήριο του τερματικού σταθμού και του επιβατικού αεροπλάνου Trident Sunjet της Cyprus Airways που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το κεντρικό κτίριο. Οι κινητήρες του αεροπλάνου απογυμνώθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης το 1974 και χρησιμοποιήθηκαν για την επισκευή ενός άλλου αεροπλάνου της Cyprus Airways για να μπορέσει το τελευταίο να πετάξει. Οι τελευταίες εμπορικές αεροπορικές πτήσεις από το αεροδρόμιο Λευκωσίας πραγματοποιήθηκαν το 1977 με ειδική άδεια του ΟΗΕ, όταν τρία από τα εναπομείναντα αεροσκάφη των Κυπριακών Αερογραμμών πέταξαν για το Λονδίνο.
Στα μέσα της δεκαετίας του '90, το αεροδρόμιο της Λευκωσίας επαναλειτούργησε για διευκόλυνση του ΟΗΕ. Στόχος ήταν η καθιέρωση Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων του νησιού.
Μια συμφωνία φάνηκε δυνατή το 1994 που προέβλεπε την επαναλειτουργία του αεροδρομίου με ελεύθερη πρόσβαση και των δύο πλευρών. Τα Ηνωμένα Έθνη συμφώνησαν ότι το αεροδρόμιο θα μπορούσε να ανοίξει ξανά για μη στρατιωτικές και εμπορευματικές μεταφορές, υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ, σε συνεργασία με το Συμβούλιο του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO), μέχρι να διευθετηθεί το Κυπριακό.
Τα δικαιώματα κυκλοφορίας θα περιορίζονται σε ξένες αεροπορικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι εγγεγραμμένες στην Τουρκία. Θα υπήρχε ελεύθερη πρόσβαση και από τις δύο πλευρές και οι ξένοι επισκέπτες που θα εισέρχονταν στο αεροδρόμιο Λευκωσίας θα μπορούσαν να ταξιδεύουν και στις δύο πλευρές.
Εγκατάλειψη στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας
Ωστόσο η περίκλειστη περιοχή της πόλης των Βαρωσίων στην Αμμόχωστο και το αεροδρόμιο Λευκωσίας αναδείχθηκαν ξανά ως βασικά εμπόδια για μια δοκιμαστική συμφωνία. Παρά την προσπάθεια τον Οκτώβριο του 1994 να διατηρηθεί η δυναμική γύρω από τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, το αεροδρόμιο δεν άνοιξε.
Εγκατάλειψη στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας
Σήμερα στέκει στη θέση του ως φάντασμα για να θυμίζει την εισβολή και όσα ακολούθησαν. Θυμίζει παράλληλα τις ηρωικές προσπάθειες των Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων στρατιωτών να αποτρέψουν την κατάληψή του από τους Τούρκους με κάθε τίμημα.
Στους χώρους του σήμερα στρατοπεδεύουν οι δυνάμεις του ΟΗΕ για τη Λευκωσία καθώς και διοικητικές υπηρεσίες. Η πρόσβαση απαγορεύεται και δίνεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.